Γράφει η Ντέμη Κάργατζη
Τους ακούω από το πρωί. Κρέμονται από τα παράθυρα και τα μπαλκόνια. Συζητούν μεταξύ τους, άνθρωποι που επί τόσα χρόνια έλεγαν ένα «γεια». Τώρα ξαφνικά όλοι έχουν γίνει πιο κοινωνικοί. Ξαφνικά ανακαλύπτουν πως έχουν κρυφό ταλέντο στη μαγειρική κι οι φωτογραφίες ανεβαίνουν βροχηδόν στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης.
Ξαφνικά ο δρόμος γέμισε με ανθρώπους που τρέχουν, που κάνουν ποδήλατο, που βγάζουν βόλτα τα κατοικίδιά τους. Εγώ δεν ήξερα ότι όλοι αυτοί οι άνθρωποι έχουν κατοικίδια. Ούτε παιδιά ήξερα πως έχουν. Τώρα κλαίνε, φωνάζουν, τσιρίζουν. Δεν ξέρει ο κόσμος τι να γίνει, δεν έχει πού να διοχετεύσει την ενέργειά του.
Άλλος μιλάει συνεχώς στα τηλέφωνα, άλλη καθαρίζει μανιωδώς το σπίτι, ο άλλος έχει κάνει την αυλή του συνεργείο και επισκευάζει ό,τι βρει μπροστά του. Άλλοι ντύνεται και στολίζεται σαν τον επιτάφιο, χωρίς να έχει κάπου να πάει, μόνο και μόνο για να σκοτώσει το χρόνο της. Ο καθένας και απάνω του.
Κοίτα να δεις που ο ανθρώπινος εγκέφαλος για να γλιτώσει από την πλήξη θα αναγκαστεί να γίνει δημιουργικός. Τώρα έχουμε ελεύθερο χρόνο. Πολύ ελεύθερο χρόνο. Τόσο πολύ, που δεν έχουμε τι να τον κάνουμε. Υπάρχουν αλήθεια τόσα πολλά πράγματα να κάνεις, από τα πιο χαζά μέχρι τα πιο απίθανα.
Είναι καλή ευκαιρία νομίζω αυτή εδώ, να περάσουμε λίγο χρόνο με τον εαυτό μας. Να δούμε τι μπορούμε να κάνουμε, να γνωριστούμε λίγο καλύτερα με το εγώ μας, να δούμε αν αντέχουμε τον εαυτό μας στην τελική.
Για μερικούς αυτό είναι δύσκολο, είναι φοβερό. Δεν αντέχουν μόνοι τους, δεν θέλουν να καθίσουν στο ίδιο δωμάτιο με τον εαυτό τους για περισσότερο από δύο με τρεις ώρες. Βαριέται ο κόσμος και γκρινιάζει πολύ. Και καταπιάνεται με λεπτομέρειες σημαντικές ή ασήμαντες, κυνηγά την ίντριγκα, τον καυγά.
Ψάχνει εναγωνίως τρόπο να δημιουργήσει θέμα. Τον αγχώνει ο εαυτός του και η κλεισούρα και τότε είναι που αρχίζουν όλα και φταίνε. Τα παιδιά του, ο αδερφός του, η μάνα του, ο άντρας, η γκόμενα, η γειτόνισσα. Ο Νίκος που ανεβάζει όλη μέρα άρθρα για τον κορωνοϊό , ο Τσιιόρδας που πήγε στην εκκλησία, ο Κούλης που μας έκλεισε μέσα, ο Τούρκος που δεν εξαφανίζεται από το χάρτη, ο Κινέζος που τρώει νυχτερίδες και ούτω καθεξής. Του φταίει ακόμα το 13033 που δεν είναι 123, του φταίει το γάντι, του φταίει ο άδειος δρόμος, του φταίει του αντισηπτικό.
Γενικώς του φταίνε πολλά και διάφορα, πάνω από όλα όμως του φταίει ο ίδιος του ο εαυτός και το τρομακτικό είναι ότι δεν το ξέρει. Δεν φταίει ο ιός, δεν φταίει το συμβάν το συγκεκριμένο, γιατί αυτός θα βρίσκει πάντα κάτι να φταίει. Είναι ωραίο να φταίνε οι άλλοι, αυτοί οι άλλοι για όλα, προκειμένου εγώ να μείνω μερικές ώρες με τον εαυτό μου. Γιατί τον φοβάμαι, γιατί μπορεί και να φταίω, γιατί μπορεί και να τρελαθώ. Οπότε εγώ είμαι καλύτερος από όλους τους άλλους και όλοι οι άλλοι είναι ζώα.
Ο κόσμος όμως δεν είναι τέλειος, γιατί αποτελείται από ανθρώπους κι οι άνθρωποι είναι ατελείς. Οι άνθρωποι κάνουν λάθη και έχουν μερικές πιθανότητες να κάνουν καμιά φορά το σωστό. Οπότε δεν αντέχω στην ιδέα να κάθομαι σπίτι και να φταίω μόνο εγώ για τα λάθη μου και κανένας άλλος.
Ας κάνουμε ένα διάλειμμα από αυτό λοιπόν. Ας κάτσουμε σπίτι, να τα πούμε με τους εαυτούς μας, να φταίμε μόνο εμείς, σαν πείραμα, για ένα μικρό χρονικό διάστημα. Ήσυχα και όμορφα. Έτσι κι αλλιώς αργά ή γρήγορα, σε ένα μήνα ή δύο, θα ξαναβγούμε στη φόρα και πάλι θα φταίνε όλοι οι άλλοι. Εδώ θα είμαστε, δεν χανόμαστε.