Γράφει ο Σάκης Χαλβαντζής.
Έχει παρέλθει ξέρω. Έχει περάσει εκείνος ο καιρός που εκφραζόσουν ανοιχτά και δίχως ενδοιασμούς γι’αυτό το μαραφέτι που λέγεται “έρωτας”. Ίσως τότε, εκείνον το καιρό, οι πεποιθήσεις σου για δαύτον να μην ήταν τόσο απτές, τόσο ουσιώδης. Υπήρχε και τότε δε λέω, ο αρχικός ενθουσιασμός κι εκείνη η προσωπική θεώρηση ότι είσαι ο Θεός των πάντων. Υπήρχαν και τότε οι μετέπειτα προβληματισμοί, η πικρία, τα αναπάντητα ερωτήματα προς τον εαυτό σου.
Από τα πρώτα σκιρτήματα κατάλαβες ότι η σύνθεση του έρωτα, μονάχα “Θεϊκή” δεν είναι. Μπορεί εσύ να αντικρίζεις το “φως” που εκπέμπει αλλά πίσω από αυτό κοχλάζουν σκοτάδια. Τα δικά σου σκοτάδια, όχι των άλλων. Οι δικές σου συγκινησιακές εμπειρίες, τα δικά σου στοιχειωμένα συναισθήματα, οι δικές σου ιδρωμένες αισθήσεις, οι δικοί σου δαίμονες, η δικιά σου, ολόδικιά σου μοναξιά.
Έρωτας – Θάνατος, έτσι δε λένε;
Δυο όψεις του ίδιου νομίσματος και χαρά σε κείνον που θα σαλπίσει και συ αναγκασμένος θα στρίψεις το νόμισμα..
Σε εκείνα τα αναθεματισμένα δευτερόλεπτα, σ’εκείνο το σάλπισμα, σ’εκείνη την πρόσκληση θα περάσουν από μπροστά σου με περίσσια ζωντάνια και παραστατικότητα όλοι εκείνοι οι “εσπερινοί” των δακρύων, όλες εκείνες οι θάλασσες που μέσα τους ναυάγησες, όλα εκείνα τα σφραγισμένα παράθυρα, τα σφραγισμένα στόματα. Όλα εκείνα τα βήματα του εγερτηρίου. Τα σιωπηλά εωθινά βήματα της αναζήτησης.
Μιας αναζήτησης όμοιας με κείνη την ανατριχίλα του πρώτου αγγίγματος δυο εραστών.