Το να φύγεις, ήταν ότι καλύτερο μπορούσε να μου συμβεί, αγάπη μου!

Γράφει η Κατερίνα Κυπρίου
Οδηγώ με συντροφιά τη μουσική. Αγαπημένη μου συνήθεια..
Ξαφνικά ακούγονται οι πρώτες νότες “μα για φαντάσου.. όλα τα ρούχα μου να λείπουν απ’ τα σκοινιά σου”, λέει ο καλλιτέχνης κι εγώ δυναμώνω την ένταση και τραγουδώ με πάθος.
Η σκέψη μου μοιραία, οδηγείται σε εσένα.
Μου το αφιέρωσες κάποτε, θυμάσαι;
Κι εγώ σε κοίταξα και σου απάντησα, “δεν βαριέσαι, λιγότερο σιδέρωμα..”
Γέλασες ειρωνικά και με είπες “πεζή”.
Εσύ, ο αισθηματίας..
Όχι αγόρι μου, δεν ήμουν και δεν είμαι καθόλου πεζή.
Εσύ ήσουν χαζός που δεν κατάλαβες ότι το εννοούσα.
Δεν κατάλαβες ποτέ ότι δεν ήταν τα ρούχα σου αυτά που έβλεπα στα σχοινιά μου.
Ούτε τα δικά μου ρούχα ήταν
Τα όνειρά μου είχα απλωμένα.. τα όνειρά μου ήταν εκτεθειμένα..
Άλλοτε στο βοριά που τα μαστίγωνε, άλλοτε στη βροχή που τα μούσκευε κι άλλοτε στον ήλιο που τα κατάκαιγε!
Γιατί ναι, τώρα πια, το βλέπω καθαρά πως τα όνειρά μου, θάβονταν μαζί με μένα.
Εκεί, στην απλωμένη μου μπουγάδα, δίπλα στα ρούχα τα δικά σου που νόμιζα πως μοσχοβολούσαν.
Όμως όχι, δεν ήταν μυρωδιά φρεσκάδας, ούτε είχαν χρώματα ζωντανά.
Μουντα και ξεθωριασμένα ήταν..
Όπως και τα όνειρά μου!
Παλιά, μου φάνταζαν κουρέλια, όπως συνήθιζες να κουρελιάζεις και την ψυχή μου.
Τα μάζευα, τα τίναζα μπας και ζωντανέψουν, αλλά αυτά έστεκαν ατσαλάκωτα όπως ήσουν κι εσύ μπροστά μου.
Όχι! Δεν γίνεται όμως!
Τα δικά μου ρούχα, δεν βρώμαγαν παλιά..
Δεν ήθελα να μυρίζουν ναφθαλίνη.
Δεν άντεχα να τα βλέπω να παλιώνουν.
Ζωντανά και καθαρά τα ήθελα, να αστράφτουν και να λαμποκοπούν.
Η απόφαση δύσκολη αλλά και μονόδρομος.
Ναι, η μόνη λύση ήταν να μην ξαναπλώσω τα ρούχα μου δίπλα στα δικά σου, γιατί όσο κι αν τα έπλενα, δεν θα καθάριζαν ξανά.
Η μυρωδιά ήταν πια γνώριμη και ήταν στάχτη από τα όνειρά μου που κάηκαν μαζί σου.
Από τις καμένες μου ελπίδες.
Από την ψυχή μου που καιγόταν και ολοένα μίκραινε.
Μολυσμένα ήταν και μόλυναν κι εμένα που τα άγγιζα.
Ο κύβος ερρίφθη!
Σε μια βαλίτσα χώρεσαν όλα τα ρούχα σου. Σε μια βαλίτσα που ετοίμασα εγώ για σένα!
Καθαρή, καινούρια αλλά με βρώμικο περιεχόμενο.
Μια βαλίτσα που σε περίμενε. στην έξοδο.
Και τώρα άκου και μια τελευταία αλήθεια.
Το να με παρατήσεις, ήταν το μεγαλύτερ δώρο που θα μπορούσες να μου έχεις κάνει.
Γιατί γύρισαν πίσω τα χρώματα και η ζωντάνια.
Γιατί γύρισε πίσω η μυρωδιά της καθαρότητας.
Γιατί τώρα, τα φοράω και μοιάζουν με χάδι στο κορμί μου.
Γιατί πια ανασαίνω τη χαρά!
Και θα σου πω κι ακόμα μια αλήθεια.
Αν τα ξαναδώ ποτέ μουντά, αν ποτέ τα βαρεθώ ή με κουράσουν, θα κάνω το πιο απλό πράγμα του κόσμου!
Θα βγω έξω, να αγοράσω καινούρια! Όχι στενά, να μην με πνίγουν!
Με χρώματα ζωηρά και ζωντανά!
Δεν μου ταιριάζουν άλλο πια τα σκούρα..