Γράφει η Αντωνία Χατζηγιάννη
Στην αρχή, φαινόσουν αληθινός. Τα λόγια σου έσταζαν μέλι, τα μάτια σου υποσχέσεις. Ήξερες ακριβώς τι να πεις, πότε να το πεις και πώς να με κάνεις να το πιστέψω. Ένα σκηνικό φτιαγμένο στην εντέλεια, μια παράσταση που δεν ήξερα ότι είχα εισιτήριο πρώτης θέσης.
Μα τα ψέματα έχουν έναν τρόπο να αποκαλύπτονται, ξέρεις. Δεν χρειάζονται φωνές ή δράματα. Μερικές φορές, είναι απλώς μια στιγμή. Ένα βλέμμα που αποφεύγεις, μια λέξη που δεν ταίριαξε εκεί που τη σφήνωσες. Κι εγώ, χαζή δεν ήμουν. Απλώς δεν ήθελα να δω.
Ένα καλοστημένο ψέμα ήσουν, και το έπαιξες καλά. Αλλά αυτό που δεν υπολόγισες είναι πως τα ψέματα, όσο τέλεια κι αν είναι, καταρρέουν όταν συγκρούονται με την αλήθεια. Η δική μου αλήθεια. Και όταν η κουρτίνα έπεσε, όλα φάνηκαν. Οι κενές λέξεις, τα μισά χαμόγελα, οι υποσχέσεις που ήξερες από την αρχή ότι δεν θα κρατήσεις.
Μην ανησυχείς, δεν κρατάω κακία. Αν μη τι άλλο, έμαθα. Έμαθα να βλέπω πίσω από τις λέξεις, να ακούω τη σιωπή πίσω από τα μεγάλα «σ’ αγαπώ». Έμαθα ότι το πιο επικίνδυνο ψέμα είναι αυτό που θες να πιστέψεις.
Όμως εσύ… Εσύ έμεινες αυτό που ήσουν από την αρχή. Ένα ψέμα. Καλοστημένο, ναι. Αλλά τίποτα παραπάνω. Κι εγώ, πλέον, δεν έχω χρόνο για ψέματα, ούτε για θεατρικές παραστάσεις. Σήκωσα την αυλαία, πήρα την αλήθεια μου, και έφυγα.
Στο τέλος, το ψέμα δεν αντέχει την αλήθεια. Κι εσύ; Εσύ δεν άντεξες εμένα.