Γράφει η Κέλλυ Μπόζα
Κάτι κλωστές δένουν το κορμί σου.
Ξεγελιέσαι.
Νομίζεις πως με μία απότομη κίνηση του χεριού σου, θα τις κόψεις.
Όμως αυτές έχουν δύναμη αλυσίδας. Μπρούτζινης αλυσίδας.
Χωρίς να το καταλάβεις βρίσκεσαι δέσμιος.
Οι κλωστές συμβολίζουν τα προβλήματα στη ζωή σου. Ή μάλλον για να το θέσω καλύτερα ό,τι σε βαραίνει στη ζωή σου.
Ξυπνάς, κοιμάσαι, δουλεύεις, ξανά κοιμάσαι, ξυπνάς και τελικά φευγαλέα κοιτάς το πρόσωπο σου στον καθρέφτη και με μάτια υγρά αναρωτιέσαι αν ζεις.
Αν ζεις πραγματικά. Αν ζεις τα όσα ήθελες και θέλεις να ζήσεις. Αυτά τα ”εκείνα” κρυμμένα σου θέλω στέκονται μπροστά σου και ζητούν εξηγήσεις.
Γιατί τα καταχωνιάζεις σαν κρυφές αμαρτίες;
Γιατί τα ξορκίζεις σαν άλυτα μάγια μέσα στο σκοτάδι;
Όσο και να συμβιβάζεσαι, όσο και να τα θάβεις, ξεπηδούν ακάλεστα κάτι βραδιές που ύπνος αρνείται να σε πάρει, κάτι στιγμές που χαμογελάς και αναλογίζεσαι πόσο καιρό έχεις να το κάνεις με την ψυχή σου.
Αφήνεις ώρες, μέρες, χρόνια σαν κάτι δεδομένο να περνούν, λες και έχεις κάνει συμβόλαιο με τον Θεό. Μεταθέτεις κάθε σου επιθυμία σου στο αύριο, στο άγνωστο, στο ενδεχόμενο ποτέ.
Πόσο χρόνο χάνεις και πως τώρα βρέθηκες να τον κοιτάς από μακριά, σαν στήλη άλατος, σαν περαστικός παρατηρητής και του γνέφεις συγκαταβατικά.
Μη σκύβεις το κεφάλι. Μην δίνεις δύναμη σε αυτές τις κλωστούλες να σε δένουν πιο σφιχτά.
Είναι κουρέλια δεν το βλέπεις;
Κουρέλια, φτωχά και ξεσκισμένα μπροστά στη δύναμη που κρύβεις μέσα σου.
Κι ας μην ήρθαν στη ζωή σου όλα όπως τα είχες φανταστεί, μπορείς τώρα να φτιάξεις τον κόσμο σου λίγο καλύτερο.
Να γεμίσεις τα κενά σου με περισσότερα χαμόγελα, αγάπη, πράγματα που σε ανυψώνουν.
Τη ζωή μας την χάνουμε μόνο όταν παραδοθούμε, όταν γίνουμε έρμαιο της και οδηγούμαστε όπου εκείνη θέλει να μας πάει και όχι όπου πραγματικά εμείς θέλουμε.
Να θυμάσαι πως για να δεις τα άστρα πρέπει να σηκώσεις το κεφάλι.
Πάρε φωσφοριζέ μαρκαδόρο και σημείωσε… “ου το ζην περί πλείστου ποιητέον, αλλά το ευ ζην” Πλάτωνας
(αυτό που αξίζει δεν είναι να ζεις για να αποκτήσεις περισσότερα αλλά να ζεις καλά)