Το τέλος έρχεται, όταν έχεις ήδη ξεπεράσει το χωρισμό..
Γράφει η Βασιλική Κοτλίτσα
Το τέλος έφτανε. Το είχε καταλάβει από νωρίς. Μέσα στο πλήθος δεν ένιωθε πια μόνη, ο κόσμος της δεν της έμοιαζε μικρός, τα όνειρά της μεγάλωσαν απότομα και στη φασαρία άκουγε σιωπή.
Οι σκέψεις της , δεν είχαν τη μορφή του. Οι νύχτες της έμοιαζαν μέρες ξαφνικά και οι όμορφες στιγμές της ήρθαν πάλι να καλύψουν εκείνους τους εφιάλτες που έβλεπε τελευταία, σχεδιάζοντας το μέλλον της από την αρχή, χωρίς σκιές να μαυρίζουν το τοπίο.
Εκείνο το λίγο που είχε μείνει μέσα της για ‘κείνον, πάει, και αυτό, χάθηκε, λησμονήθηκε με τον καιρό και έσβησε. Σταμάτησε να σιγοκαίει η φλόγα της αγάπης της γι αυτόν, και συνέχισε. Ότι είχε αφήσει, πέταξε, έγινε σκόνη στον αέρα και χάθηκε μακριά.
Το χρόνο που ήθελε να επουλώσει τις πληγές της, δε το χρειαζόταν πια. Τον είχε ήδη ξεπεράσει. Ήταν ένα ταξίδι που τέλειωσε. Στιγμές που έμειναν ορφανές και λόγια που έγιναν καπνός και σκορπίστηκαν δεξιά και αριστερά.
Δε τον θυμόταν πια. Οι μνήμες της έγιναν σχέδια για το αύριο, το πικρό συναίσθημα που έμεινε μετατράπηκε σε νότα χαράς και η απόσταση που τους χώρισε, έγινε γέφυρα για μια απέναντι όχθη που της άπλωνε το χέρι.
Οι συλλαβές της, τα σ’ αγαπώ, ο έρωτας που έβρισκε να δείξει σε κάποιον που δε τα χρειαζόταν άλλο, φυλακίστηκαν σε μιαν άκρη της καρδιάς της μέχρι να φανεί αυτός ο άλλος που θα τα διεκδικούσε ξανά. Αυτός που θα χανόταν και πάλι στην αγκαλιά του και θα πλημμύριζαν τα χέρια της από στοργή. Εκείνος που στο πέρασμα του θα άφηνε πράξεις και όχι συντρίμμια μιας ολόκληρης ζωής.
Αυτός που δε θα φοβάται να θυμάται, που δε θα τρέμει μη χαθεί, να μη λυπάται που θα φύγει, αλλά να χαίρεται στη σκέψη του και να ελπίζει.
Να ελπίζει στο « μαζί» ,στο για «πάντα» και στο «αύριο» που θα ρθει. Γιατί ότι αξίζει στο χρόνο γίνεται θησαυρός και λάμπει.!