Γράφει η Ιωάννα Παυλίδου
Πριν αποφασίσεις να δώσεις ό,τι έχεις και δεν έχεις, σταμάτα για λίγο και κοίτα ποιον έχεις απέναντί σου. Μην παρασύρεσαι από τα μεγάλα λόγια και τις μισές αλήθειες. Μην γίνεις εκείνη που θα παλεύει νυχθημερόν για έναν άνθρωπο που δεν σηκώνει ούτε το δαχτυλάκι του για σένα. Γιατί το να δίνεις είναι σπουδαίο, αλλά το να δίνεις σ’ εκείνον που δεν το εκτιμάει είναι αυτοκτονία με δόσεις.
Σου έστειλε σημάδια, το ξέρεις. Εκείνες οι στιγμές που το ένστικτό σου στρίγκλιζε και το έκανες να σωπάσει. Που το στομάχι σου έδενε κόμπο κάθε φορά που κάτι πήγαινε στραβά και προσποιούσουν πως όλα είναι καλά. Το έκανες για να μη χαλάσεις τη βιτρίνα. Για να πεις πως στάθηκες. Πως πάλεψες. Μα ποιος σου είπε ότι πρέπει να ματώνεις για να αποδείξεις ότι αγαπάς;
Έγινες η γυναίκα που συγχωρούσε τα πάντα. Που έβρισκε δικαιολογίες για το αδικαιολόγητο. Που έλεγε «δεν πειράζει» όταν μέσα της πνιγόταν. Και τώρα που ξύπνησες, τώρα που κατάλαβες πως δεν έφταιγε ο άλλος, αλλά εσύ που έμεινες, έχεις δύο επιλογές. Να συνεχίσεις να κλαις ή να σταθείς όρθια και να πεις τέλος.
Ναι, σε πονάει που αφέθηκες και στο τέλος σε πλήρωσαν με αχαριστία. Σε καίει που η καλοσύνη σου έγινε δεδομένη. Σε λυγίζει που το χάδι έγινε υποχρέωση. Μα αν έμαθες κάτι, είναι ότι η διαίσθησή σου ήταν πάντα εκεί. Σου μιλούσε. Εσύ δεν ήθελες να ακούσεις.
Γι’ αυτό άσε τα δάκρυα τώρα. Δεν σε σώζουν. Το μόνο που θα σε σώσει είναι να θυμηθείς ποια είσαι όταν δεν παρακαλάς. Να μάθεις να φεύγεις όταν βλέπεις πως χάνεσαι. Και την επόμενη φορά, κορίτσι μου, άκου τη φωνή που ουρλιάζει μέσα σου. Είναι η πιο μεγάλη σου αλήθεια.