Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Θες δεν θες, η άνοιξη θα έρθει, ακούς;
Δεν καταλαβαίνει από πόλεμο και φονικά, δεν τη σταματάς, δεν την αναβάλλεις.
Μπορεί να αργήσει, μπορεί και να κάτσει στη γωνία να σου βγάζει τη γλώσσα περιπαικτικά αλλά θα έρθει.
Θα έρθει για να σου θυμίσει πως η ζωή, συνεχίζεται. Ακόμα και τις στιγμές που ο κόσμος σου παγώνει, ακόμα και τις στιγμές που νιώθεις εσύ να είσαι σε παύση και γύρω σου το σύμπαν να τρέχει.
Η άνοιξη θα έρθει γιατί αυτή είναι η δουλειά της. Να έρχεται για να σου θυμίσει πως μετά το θάνατο, συνεχίζεται η ζωή. Όχι εύκολα, όχι ασημάδευτα, όχι ανώδυνα.
Όμως συνεχίζεται. Κι εσύ, κρατάς παράσημο λίγα ακόμα από τα σημάδια που σου άφησε το πέρασμα του χειμώνα, βάζεις κι ένα ζευγάρι κόκκινα γυαλιά, σηκώνεσαι και κοιτάς τον ήλιο.
Τον κοιτάς που με θράσος ξεπροβάλει και σε προκαλεί. Θες να του αντιμιλήσεις. Να του πεις πως θα έπρεπε να ντρέπεται που σε ξεσηκώνει για να ζήσεις όταν γύρω σου φλερτάρει η θλίψη με τον πόνο.
Κι εκείνος ακόμα πιο προκλητικά, ακόμα πιο παιχνιδιάρικα, σου απαντά για τη δύναμη που χρειάζεται να είσαι φως. Τη δύναμη που χρειάζεται να σηκώνεσαι κάθε μέρα, να κοιτάς κατάματα τον πόνο γύρω σου, να αναγνωρίζεις το σκοτάδι, αλλά να αντιστέκεσαι και να ανατέλλεις και να γίνεσαι φως για να μην χάνονται εκείνοι που περπατάνε στο σκοτάδι.
Καλημέρα, άνοιξη.. Ήρθε. Ζήσε τη! Εύκολα ή δύσκολα.. σήκω!