Γιατί η σπίθα σβήνει ανάμεσά μας;
Γράφει η Γεώρα
Πες μου, αγάπη μου, γιατί η σπίθα σβήνει ανάμεσά μας;
Γιατί πεταλούδες στο στομάχι μου δεν νιώθω;
Γιατί επιλέγω να περνάω χρόνο χώρια σου; Πες μου, γιατί σε αποφεύγω;
Γιατί η παρέα του εαυτού μου είναι καλύτερη από τη δική σου;
Γιατί νιώθω πως χαθήκαμε; Με αυτό το κενό σου βλέμμα, όπως κενή είμαι πλέον και εγώ για σένα!
Ξέρεις γιατί;
Γιατί κουράστηκα! Πόσο να αντέξω αυτόν τον ψυχολογικό σου πόλεμο;
Πόσο να αντέξω να κάνω πίσω εγώ; Πόσο ακόμα νερό στο κρασί μου να ρίξω;
Πόσο ακόμα να σε συγχωρώ και να σε αγαπώ;
Στέρεψα! Βαρέθηκα!
Δεν θέλω άλλο πια αυτή την υποτίμηση. Δεν θέλω εγώ μονάχα να νιώθω κάτι για σένα και να στο δείχνω με πράξεις και με λόγια, ενώ εσύ να μου πασάρεις ψίχουλα αγάπης.
Άσε, αγάπη μου, ξέρω γιατί η σπίθα σβήνει ανάμεσά μας.
Γιατί έπρεπε προ πολλού να της είχα ρίξει εκείνο το νερό που έριχνα στο κρασί μου.
Σε ‘κείνη, για να σβήσει. Για να μην ταλαιπωρούμαστε άδικα στις υπεραναλύσεις και σε ‘κείνη τη δανεική – ψεύτικη αγάπη σου!