Γράφει η Αγγελική Καμπέρου
Με ρώτησαν πάλι εχθές αν είμαι καλά.
Πάλι η ίδια ανούσια απάντηση.
Είμαι μια χαρά. Ποτέ δεν ήμουν καλύτερα.
Με ρώτησαν αν ακόμα σε θυμάμαι.
Γελάω. Η ερώτηση θα έπρεπε να ήταν αν σε ξέχασα ποτέ.
Κουνάω το κεφάλι μου και γελάω αδιάφορα.
Όχι δεν σε θυμάμαι.
Δεν λέω την αλήθεια. Δεν μπορώ άλλο κήρυγμα.
Τους κοιτάω και βλέπω στο πρόσωπό τους την ανησυχία ζωγραφισμένη.
Αν είμαι καλά, αν πονάω, αν ακόμα κλαίω.
Δεν θέλω να τους απαντήσω, δεν θέλω να ξέρουν. Δεν θέλω να με λυπούνται, μου αρκεί που λυπάμαι εγώ τον εαυτό μου. Δεν θέλω να τους πω, ντρέπομαι να τους πω πόσο πονάω.
Ντρέπομαι να τους πω πως τα βράδια δεν κοιμάμαι. Ντρέπομαι να τους πω πας πιάνω τον εαυτό μου να κλαίει.
Προσπαθώ να αποφύγω τα βλέμματά τους. Προσπαθώ να χαμογελάσω με όλη μου τη δύναμη, να τους κάνω να πιστέψουν πως όλα είναι καλά. Πως είμαι πάλι αυτή που ήμουν πάντα. Πως γαλήνεψε η ψυχή μου.
Χαμογελάω και δίνω την καλύτερη παράσταση της ζωής μου. Την γλύτωσα σκέφτομαι, κανείς δεν μπορεί να καταλάβει.
Μα ακόμα με κοιτάνε. Γιατί με κοιτάνε γαμώτο; Χαμογελάω, είμαι χαρούμενη. Τι δεν καταλαβαίνουν; Θέλω την ησυχία μου. Θέλω απλά να σταματήσουν να με κοιτάνε, θέλω απλά να σταματήσουν να ενδιαφέρονται.
Βάζω τα δυνατά μου να τους δείξω πως όλα είναι καλά μα ακόμα με κοιτάνε με ύφος που υποδεικνύει πως θέλουν να με πάρουν αγκαλιά να με παρηγορήσουν. Μα γιατί;
Παίζω τόσο καλό θέατρο. Κανείς δεν θα έπρεπε να καταλαβαίνει τι υπάρχει μέσα μου.
Είμαι τόσο καλή στο να υποκρίνομαι πως όλα είναι μια χαρά. Χαμογελάω τόσο πλατιά που νομίζω πως σε λίγο θα σκιστούν τα μαγουλά μου ενώ το μόνο που θέλω να κάνω είναι να φωνάξω.
Πιάνω μια τούφα από τα μαλλιά μου που έχει πέσει στο πρόσωπό μου. Γιατί είναι βρεγμένη;
Τα μάγουλά μου καίνε και συνειδητοποιώ πως τόση ώρα κλαίω.
Προσπάθησα. Προσπάθησα πολύ.
Χαμογέλασα όσο μπορούσα, όμως τα μάτια μου τελικά άλλα έδειχναν.
Σκουπίζω τα δάκρυά μου και αυτή τη φορά τους χαμογελάω ειλικρινά.
Μια χαρά είμαι. Θα περάσει κι αυτό. Όλα περνάνε!