Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Μπλε πόθος, ο δικός μου για σένα.
Μπλε κι απύθμενος, σαν εκείνο το μπλε φουλάρι που τραβολογούσα στο νησί το καλοκαίρι περιμένοντας εσένα μάταια να φανείς.
Ναι, μπλε είναι ο πόθος μου για σένα. Τίποτε λιγότερο από αυτό.
Το κόκκινο ωχριά μπροστά του γίνεται φλόγα και καταλήγει στάχτη.
Εσύ όμως είσαι η αντανάκλαση του βυθού μου. Το υποκείμενο του πόθου μου.
Μπλε σκούρο χωρίς πάτο, χωρίς τέλος.
Νιώθω ότι σ’ αυτό το πυκνό μπλε μας βυθίζομαι κάτι ώρες.
Χάνομαι, μου κόβεται η ανάσα, πνίγομαι από λέξεις που δεν ειπώθηκαν και συναισθήματα που δεν μοιράστηκαν γιατί διεκδικούν ένα κοινό παρόν που δεν υπάρχει.
Μήπως είμαι ερωτευμένη; Μήπως θέλω τόσο πολύ να μου συμβεί ένας μεγάλος έρωτας και σε βουτάω εκεί, στο βυθό μου;
Είσαι για εκεί όμως; Αντέχεις άραγε τις στιγμές χωρίς ανάσα που πνίγεσαι στου αλλού τον πολύ ωκεανό; Δεν ξέρω ειλικρινά…
Μήπως όμως από όλο αυτό ακούω πια την ψυχή μου πιο καθαρά; Τι μου λέει πάλι; Γιατί μπλε, γιατί τέτοιο βάθος.
Γιατί αυτή η ψυχή καταλήγει σταυρόλεξο για δυνατούς λύτες;
Γιατί όσο μεγαλώνει θέλει καπετάνιο μαθημένο σε φουρτούνες να γουστάρει ταξίδια χωρίς χάρτες κι όχι έναν απλό ψαρά που βγάζει τη βάρκα των ονείρων του κοντά στην ακτή μόνο και μόνο για τη βρώση της καθημερινής του επιβίωσης;
Γιατί τόση δυσκολία πρόσβασης σε μία ζωή που είναι δύσκολη από μόνη της. Γιατί ο έρωτας μου να βάφεται μπλε και να περιμένω και τον άλλον να τον ζήσει ως τέτοιο;
Γιατί απλά η καρδιά, η δική μου σίγουρα, δεν μετρά ποτέ τους χτύπους της σε χαλαρά ταξίδια του μυαλού, σε ήρεμες θάλασσες με αραχτή τη συνείδηση στο είμαι εντάξει όπως είμαι.
Το παραπέρα του μυαλού η δικαίωση της καρδιάς γίνεται μέσα από φουρτούνες.
Κι εγώ έτσι διεκδικώ το παραπέρα μου.
Και επιθυμώ φουρτούνες ερωτικές όπως ερωτική είναι ίδια η συνονόματη ζωή σε κάθε της έκφραση.
Μαζί μ όποιον δεν φοβάται να βραχεί, δεν φοβάται τη θάλασσα που περιβάλλω με τη σάρκα μου. Θέλει να νιώσει, να πιστέψει να ζήσει χωρίς προδιαγραφές άλλες πέρα από της χαράς το ταξίδι.
Μετά από απανωτά μακροβούτια στη γλώσσα και στο μυαλό του άλλου. Εκείνου του άλλου που θες να ορίσει τον πόθο σου.
Όποιο χρώμα τελικά κι αν του δώσεις, θα ναι εκείνο ακριβώς το χρώμα που θα σου θυμίζει ότι είσαι ζωντανός…