Γράφει η Βάσω Θεοδωρίδου
Έλεγες πως μαζί σου θα κατάφερνα να ξεχάσω ό,τι άσχημο με σημάδεψε στο παρελθόν. Έλεγες πως μαζί σου θα είμαι ασφαλής και δε θα χρειάζεται να φοβάμαι τίποτα και κανέναν και εγώ σε πίστεψα. Κρατώντας σου το χέρι αλήθεια πίστεψα ότι μαζί σου μπορώ να βρω την ευτυχία και τη γαλήνη στην ψυχή μου.
Σου είχα απόλυτη εμπιστοσύνη γιατί ένιωθα ότι εσύ δε θα με πρόδιδες ποτέ, δε θα έκανες τίποτα που θα με πλήγωνε και ότι θα ήσουν πάντα το στήριγμα μου. Ήλπιζα σε σένα, στηριζόμουν με όλη μου την καρδιά πάνω σου και σε ακολουθούσα τυφλά ό,τι και αν έκανες. Πόσο λάθος ήμουν!
Τώρα το βλέπω καθαρά. Στηρίχτηκα πάνω σου, πίστεψα τα λόγια σου και εσύ με διέλυσες. Μου τα πήρες όλα και έφυγες και έμεινα εγώ εδώ να πνίγομαι στα γιατί και στις μάταιες ελπίδες. Ήλπιζα ότι θα γυρνούσες και το ήθελα όσο τίποτα άλλο,ακόμα και μετά τον πόνο που μου προκάλεσες εγώ σε ήθελα πάλι πίσω,ήθελα πάλι την αγκαλιά σου.
Όμως όχι, εσύ δεν ήρθες ποτέ. Ήρθες όταν κατάλαβες το λάθος σου,όταν είδες ότι αυτό που είχαμε ήταν κάτι ξεχωριστό. Ξέχασες βέβαια να σκεφτείς ότι πια για εμένα δεν ήταν ξεχωριστό. Γιατί όσο περνούσε ο καιρός και εγώ πάλευα με τον εαυτό μου να μη σε ξεχάσει,να σε κρατήσει μέσα του σαν το πιο όμορφο συναίσθημα που ένιωσε καταλάβαινα και ότι δεν άξιζες τόση αγάπη.
Δεν άξιζες να σε περιμένω. Αν το άξιζες δε θα με είχες φέρει ποτέ σε αυτήν την κατάσταση. Για αυτό και όταν γύρισες δεν με βρήκες εκεί που ήμουν, είχα φύγει εγώ αυτή τη φορά και εγώ σίγουρα δε θα ξανά έκανα το λάθος να γυρίσω και να σε εμπιστευτώ.
Εγώ δε θα ξανά επέστρεφα ποτέ πίσω στον άνθρωπο που με έριξε κάτω και με άφησε εκεί να προσπαθώ να σηκωθώ μόνη μου.