Εκείνα τα παράξενα τυπάκια, που ερωτεύτηκαν απόλυτα..
Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Παράξενες μέρες.
Μια άνοιξη που παίζει κρυφτό με τον ίδιο της το εαυτό κι αυτή η σκόνη να τα κάνει όλα λίγο πιο θολά.
Και μέσα στη θολούρα, είναι κι εκείνοι.
Εκείνοι οι “πολύ”.
Εκείνοι που γελάνε πολύ και κλαίνε βουβά.
Εκείνοι που ονειρεύονται πολύ και ζουν χωρίς να γνωρίσουν ποτέ τη λέξη ισορροπία.
Μην τους κοιτάς με απορία.
Δεν ήταν πάντα έτσι.
Κάποτε χωρούσαν σε κουτάκια. Προσαρμόζονταν και ενσωμάτωναν τις ανάγκες τους στις επιθυμίες των άλλων.
Είχαν τακτοποιημένα όνειρα, προγραμματισμένα θέλω και υπολογισμένα μπορώ.
Όλα μετρημένα. Όλα μίζερα κι από λίγο. Όλα γκρι.
Κι ήξεραν να ζουν, “τόσο όσο”.
Όλα αυτά μέχρι να γνωρίσουν έναν άνθρωπο απόλυτο. Έναν έρωτα απόλυτο.
Και τότε όλα έγιναν “πολύ”.
Ακόμα και το τίποτα πια, είναι γεμάτο για εκείνους.
Αγαπούν το κίτρινο του ήλιου και το μπλε της θάλασσας.
Ερωτεύονται στο κόκκινο, και κάνουν όνειρα κατάλευκα.
Θέλουν τα πάντα πια ξεκάθαρα και χωρίς όρους κι όρια.
Τους αρκεί ένα “μαζί”. Χωρίς άλλα λόγια. Χωρίς άλλες υποσχέσεις.
Παράξενα τυπάκια, με απρόβλεπτες αντιδράσεις. Με αδυναμίες και σημάδια.
Τρωτοί κι ευάλωτοι για εκείνους που κερδίζουν την αλήθεια τους, απροσπέλαστοι και ανελαστικοί για τους ξένους.
Κοιτούν τον κόσμο με τα δικά τους μάτια και δεν τους αφορά ό,τι δεν μπορεί να τους αγγίξει.
Και τώρα πια, λίγα και λίγοι μπορούν να τους αγγίξουν.
Δεν εμπιστεύονται τα σημάδια τους στον κάθε περαστικό.
Κι αν δεν έχουν το απόλυτό τους, δεν θέλουν να έχουν τίποτα.
Γιατί ακόμα και στο τίποτα, μπορούν να χτίσουν ζωή και όνειρα.
Γιατί τώρα πια, δεν θυμούνται πώς ήταν πριν εκείνον… τον απόλυτο άνθρωπό τους.
Γιατί τώρα πια, δεν ξέρουν πώς μπορεί να είναι χωρίς εκείνον.. τον απόλυτο έρωτά τους.