Γράφει ο Στέφανος Κωνσταντίνου
Οι άνθρωποι που είναι πάντα εκεί για σένα, που δεν χρειάζονται πρόσκληση για να σταθούν δίπλα σου, που σε αγαπούν αθόρυβα αλλά απόλυτα, είναι οι πιο πολύτιμοι. Είναι αυτοί που ξέρουν να περιμένουν, να συγχωρούν, να δίνουν χωρίς να ζητούν τίποτα πίσω.
Αλλά ακόμα κι αυτοί, οι «πάντα παρόντες», έχουν όρια. Όρια που σπάνια θα σου δείξουν. Όχι γιατί δεν υπάρχουν, αλλά γιατί δεν θέλουν να σε βάλουν σε δύσκολη θέση. Και κάπου εκεί είναι το λάθος μας: θεωρούμε πως η παρουσία τους είναι δεδομένη, πως πάντα θα είναι εκεί, ό,τι κι αν γίνει.
Και μετά, ξαφνικά, αποφασίζουν να απέχουν. Δεν κάνουν φασαρία. Δεν φεύγουν με δράματα, δεν κλείνουν πόρτες με θυμό. Απλώς σιωπούν. Παίρνουν τον εαυτό τους και τον απομακρύνουν από τη φθορά, από τη μονομέρεια, από την αδιαφορία που μαζεύτηκε σιγά-σιγά.
Αυτό δεν είναι ούτε μούτρα, ούτε πείσμα, ούτε μια κραυγή για προσοχή. Είναι κάτι πολύ πιο βαθύ. Είναι το τέλος.
Όταν ένας πάντα παρών αποφασίζει να απομακρυνθεί, σημαίνει πως εξαντλήθηκε. Πως έδωσε τόσα πολλά, που δεν έμεινε τίποτα για τον εαυτό του. Σημαίνει πως κουράστηκε να στέκεται μόνος του, να προσπαθεί μόνος του, να στηρίζει σχέσεις που δεν τον στηρίζουν πίσω.
Αυτό το τέλος είναι σιωπηλό, αλλά εκκωφαντικό. Γιατί, όταν χάνεις έναν τέτοιο άνθρωπο, καταλαβαίνεις τι είχες μόνο όταν δεν είναι πια εκεί. Και τότε, ίσως είναι αργά.
Γι’ αυτό, αν έχεις στη ζωή σου έναν «πάντα παρόντα», μην τον θεωρείς δεδομένο. Δείξε του ότι τον βλέπεις, ότι τον εκτιμάς, ότι καταλαβαίνεις την αξία του. Γιατί αν μια μέρα αποφασίσει να φύγει, δεν θα γυρίσει πίσω. Όχι από εκδίκηση, αλλά επειδή δεν θα έχει μείνει τίποτα για να δώσει. Και τότε, η απουσία του θα είναι το πιο βαρύ μάθημα που θα πάρεις ποτέ.