Γράφει η Αστέρω
Ξέρεις;
Προσπαθώ να σου θυμώσω. Να τσατιστώ και να σε διαολοστείλω για να μην πονάω πια. Να σηκώσω όλο τον εγωισμό μου επάνω, όπως ήταν πριν μπεις στη ζωή μου. Να γίνω η γνωστή καριόλα που δεν έχει ανάγκη κανέναν για να ζήσει. Που η δουλειά της είναι υπεραρκετή να καλύψει τις ανάγκες της.
Έκανα πολλή προσπάθεια να σηκώσω εκείνη την «γκαραζόπορτα» που είχε κολλήσει την ώρα που σου άνοιγα την ψυχή μου. Την ώρα που πόναγα γιατί συνειδητοποιούσα πως σε αγαπούσα. Που φοβόμουν να μη με πονέσεις και διαλυθεί και το τελευταίο τείχος που κρατούσε τα σπασμένα μου κομμάτια ασφαλή.
Κι εσύ με διαβεβαίωνες πως ήταν αληθινό αυτό που ζούσαμε. Και ηρεμούσες τους χτύπους της καρδιάς μου. Ακόμη κι αν δεν ήσουν δίπλα μου να με πάρεις αγκαλιά.
Πίστεψα πως εκεί έξω υπάρχει κάποιος για μένα που με διαβεβαίωνε πως η ζωή που θα φτιάχναμε θα ήταν καλύτερη από εκείνη που θα αφήναμε. Και πίστεψα για λίγο πως είμαι κι εγώ κάποια γι’ αυτόν. Σημαντική που ό,τι κι αν γίνει θα καταλάβει πως δεν είχα σκοπό να φύγω. Πως κι εκείνος δε θα έφευγε ποτέ. Κάθε σου λέξη ήταν χάδι. Ακόμα και όταν με μάλωνες. Ακόμα και όταν μου φώναζες. Ήσουν εκεί και νοιαζόσουν. Έστω κι έτσι.
Εμένα αυτό που έφτανε. Έκανε την προσμονή ακόμη πιο πολύτιμη. Μου έδινε δυνάμεις που ούτε εγώ γνώριζα πως είχα. Υπομονή που ποτέ δεν ήταν το φόρτε μου.
Και τώρα δεν έχω τίποτα. Δεν ελπίζω στην ευτυχία πια. Οι μέρες είναι αδιάφορες.
Σε όποια πανσέληνο κι αν κοιτάξεις επάνω, να ξέρεις πως τότε θα συναντιούνται οι ματιές μας. Να ξέρεις πως η θάλασσά μου πια, έχει τη φωνή σου. Να ξέρεις πως για μένα δεν είσαι παρελθόν.
Είσαι ένα παρόν που επιλέγω να το κρατάω μέσα μου και έτσι η ζωή θα είναι λίγο πιο εύκολη σε όποια ήπειρο κι αν ξημερώσω. Ακόμη και μετά απ’ ό,τι αποφάσισες για μας, εγώ θα σε κρατάω μέσα μου.
Να μην ανησυχείς για μένα και να ξέρεις πως έχω το κεφάλι ψηλά. Ό,τι κι αν μου στείλει η ζωή αντέχω. Σαν τις κατσαρίδες.
Να προσέχεις ΜΟΥ.