Γράφει ο Ηλίας Μαυρόπουλος
Πόσο θα ήθελα απόψε να ήσουν εδώ, μαζί μου, δίπλα μου, να σε κοιτάω και να με κοιτάς, να σου κρατάω το χέρι κάτω από το τραπέζι διακριτικά.
Σήμερα είναι ιδιαίτερη μέρα για εμένα, έχω γενέθλια.
Περιποιήθηκα το πρόσωπο μου, τα μαλλιά μου, ντύθηκα όπως ακριβώς σου αρέσει και έβαλα την πολύτιμη για εμένα κολόνια που μου χάρισες, για να σε νιώθω μαζί μου.
Το ίδιο κάνω και στα δικά σου γενέθλια, όμως ποιος να το καταλάβει;
Φτάνοντας στο καφέ που με περίμεναν τα παιδιά και λίγο πριν μπω, κοντοστάθηκα για λίγο, φόρεσα τέλος το χαμόγελο μου, όχι αυτό που όταν κοιμόσουν και σε κοιτούσα χάραζε στο πρόσωπο μου, ένα άλλο, ψεύτικο όμως ποιος θα το καταλάβει;
Μου είχαν ετοιμάσει έκπληξη και φυσικά έκανα πως δεν το περίμενα, με ξέρεις εμένα. Η βραδιά κυλούσε λυτά και περάσαμε όμορφα, έτσι έδειξα τουλάχιστον, αλλά ποιος να το καταλάβει; και τις πρώτες πρωινές ώρες κουρασμένοι από το ξενύχτη με αποχαιρέτησαν.
Φεύγοντας έβγαλα αυτό το άθλιο χαμόγελο από επάνω μου και πήρα τον δρόμο για το σπίτι. Σε όλη την διαδρομή χαμογελούσα γιατί έφερνα στο νου τις όμορφες στιγμές μας και δάκρυα πίκρας δημιουργούσαν διάδρομο και με καθοδηγούσαν για να μπορέσω να συνεχίσω μέχρι να φτάσω σπίτι. Βλέπεις ακόμα και τώρα ένα τεράστιο ερωτηματικό που δεν μπορεί να το χωρέσει ο νους μου με τυραννάει..