Γράφει ο Αλέξανδρος Καρτέρης
Δεν ξέρω πώς μετριέται μια ζωή. Σε χρόνια; Σε στιγμές; Ή μήπως σε εκείνες τις μέρες που σου αλλάζουν τα πάντα; Δυο μέρες, φίλε μου. Δυο. Αυτές χρειάστηκαν για να αλλάξει όλος ο κόσμος μου.
Η πρώτη ήταν εκείνη που την είδα για πρώτη φορά. Ξέρεις, από αυτές τις στιγμές που νιώθεις πως κάτι μέσα σου σπάει, λες και άνοιξε μια πόρτα που δεν ήξερες καν ότι υπήρχε. Δεν ήταν η ομορφιά της – αν και θα μπορούσα να σου μιλάω ώρες για τα μάτια της. Ήταν ο τρόπος που κοίταζε. Σαν να έβλεπε κάτι πέρα από μένα, σαν να μπορούσε να διαβάσει όλα όσα δεν είχα πει ποτέ σε κανέναν.
Και η δεύτερη; Ήταν η μέρα που έφυγε. Όχι, δεν εννοώ ότι πέθανε – αν και αυτό ίσως να ήταν λιγότερο επώδυνο. Έφυγε από μένα. Μου γύρισε την πλάτη και πήρε μαζί της όλα όσα πίστευα ότι είχαμε χτίσει. Δεν έκλαψε. Δεν είπε πολλά. «Δεν μπορώ άλλο» μου είπε και αυτό ήταν. Ένα τέλος τόσο απλό και ταυτόχρονα τόσο βαρύ.
Δυο μέρες, λοιπόν. Μια που μου χάρισε τη ζωή που πάντα ονειρευόμουν, και μια που μου την πήρε πίσω. Ό,τι μεσολάβησε ανάμεσα τους, δεν ξέρω πια πώς να το περιγράψω. Ήταν χαρά, πάθος, όνειρα… αλλά και σιωπές, καβγάδες, και λόγια που δεν έπρεπε να ειπωθούν.
Αν με ρωτάς, αξίζανε αυτές οι μέρες; Χίλιες φορές ναι. Γιατί, ξέρεις κάτι; Μπορεί να πονάει, μπορεί ακόμα να γυρίζω στα βράδια εκείνα που όλα ήταν τέλεια, αλλά τουλάχιστον έζησα. Έζησα κάτι που πολλοί δεν θα τολμούσαν καν να ονειρευτούν.
Δεν ξέρω αν θα την ξαναδώ ποτέ. Ίσως να μην το αντέχω. Αλλά ό,τι κι αν γίνει, αυτές οι δυο μέρες θα είναι πάντα εκεί. Θα μου θυμίζουν πως, έστω και για λίγο, έζησα κάτι πραγματικό. Και αυτό, φίλε μου, είναι πιο σημαντικό από μια ολόκληρη ζωή γεμάτη από ασήμαντα τίποτα.