Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
Τετάρτη μεσημέρι έχω εξαφανιστεί από τη δουλειά μέρες. Με ταλαιπωρεί μια ίωση, με κυνηγούν παράλληλα τα ψυχοσωματικά μου. Η πίεση παντού χτύπησε κόκκινο πάνω και μέσα μου. Στομάχι σφιγμένο με συνοδεία πυρετού. Το σώμα αντιδρά στην ψυχή που τραβολογιέται!
Κρύβομαι. Είμαι κουκουλωμένη μέρες σε εάν κρεβάτι σχεδόν σε λήθαργο. Δεν τρώω, δεν κοιμάμαι.
Εσύ πάλι περιφέρεσαι στο εδώ και μήνες πρόγραμμά σου. Ένας αγώνας δρόμου που το Καλοκαίρι φτάνει στο τέλος του με έπαθλο εάν εισιτήριο στο όνειρο. Αυτό της φοιτητικής ζωής για τις περισσότερες έφηβες ψυχές στην ηλικία σου. Μιλάμε ελάχιστα σχεδόν κωδικοποιημένα πια. Μόνο για να σε καλημερίσω το πρωί και μετρά και οι δυο χανόμαστε στο γαϊτανάκι της καθημερινής τρέλας μας. Έχουμε γίνει 2 ξένοι κάτω από την ίδια στέγη.
Ο καθένας στην αρένα του και με τα ζόρια του. Είσαι μονιμά σχεδόν σκυθρωπός και αμίλητος, νευρικός με τα πάντα με ένα κινητό στα χέρια. Απομονώνεσαι στο δωμάτιό σου, εξαφανίζεσαι με την πρώτη ευκαιρία από το σπίτι. Αλλωστε είσαι και ένας φρέσκος ενήλικας πια! Δεν σηκώνεις πολλές κουβέντες. Η επικοινωνία μας εξαντλείται στην απάντηση του τι υπάρχει για φαγητό. Η σύνδεση μας όλη ένα πιάτο φαΐ πλέον…
Αναρωτιέμαι ειλικρινά πια πως δείχνω στα μάτια σου. Τι περιμένεις από μένα να κάνω. Πως να σου φερθώ. Πως να σταθώ δίπλα σου έτσι ψηλός, αγέρωχος και απρόσιτος που μου γίνεσαι.
Τι θες άραγε από τη γυναίκα που σε έφερε στον κόσμο τούτη τη φορά; Με διάλεξες και σε γέννησα. Σου δωσα πνοή από το κορμί μου. Με βάζεις απέναντι και κρίνεις πια ο,τι κάνω, ο,τι δεν κάνω ακόμη και ο,τι ξεστομίζω. Με προειδοποιείς ότι θα φύγεις από το σπίτι. Θες λες να είσαι κάπου να λες μια κουβέντα και όχι σε ένα σπίτι άδειο με σκοτεινούς υγρούς τοίχους που φωνάζουν απουσία μια και η εργαζομένη μανά σου μαζεύεται κατάκοπη αργά, ανίκανη σχεδόν ακόμη και να σου μιλήσει.
Κι οι παράλληλοι βίοι μας συνεχίζονται. Λείπουμε από τη ζωή μας. Ο αγώνας δρόμου όμως που διανύεις τελειώνει λεβέντη μου σε μερικούς μήνες. Μετά είσαι ελεύθερος πραγματικά να πετάξεις μακριά μου. Έτσι γίνεται λένε. Και μάλλον αυτό σημαίνει και δικαίωση για μένα ότι τα κατάφερα και σε ανάθρεψα σωστά να στέκεις όρθιος, δυνατός και ανεξάρτητος!
Και πρέπει να καμαρώνω για σένα. Όσο και αν η φωλιά θα τσιρίζει στην ερημιά της…