Γράφει ο Γιώργος Καραγεώργος
Κοίτα να δεις λοιπόν που αποτύχαμε!
Και κοίτα να δεις που καλοκαίριασε κι όλα όσα τα είχαμε για βέβαια και δεδομένα, τελικά δεν ήτανε…
Κοίτα να δεις αγάπη μου, που εσύ θα σκορπίζεσαι κάπου άλλου, κι εμένα θα με τρώνε τα σκυλιά, εγώ θα φθείρομαι σε άδειες αγκαλιές, σε ξένα σώματα.
Που η διπλανή μου η ξαπλώστρα στην παραλία μας, θα είναι κενή ή θα έχει πάνω της κάτι αδιάφορο, θα την κοιτάζω και θα πεθαίνω.
Που εκείνη η θάλασσα μας, που τόσο πολύ μας πήγαινε, δεν θα μας έχει μέσα της και θα μου θυμώνει.
Που εκείνα εκεί τα βράδια μας, σε ένα δωμάτιο ενοικιαζόμενο, τα κολασμένα μας, τα ξεδιάντροπα, δεν θα έρθουν πάλι, θα γίνουν μνήμες, θα είναι μνημεία ενός νεκρού κι ένδοξου έρωτα.
Κοίτα να δεις που εκείνες οι αποδράσεις μας, οι ευτυχισμένες, θα γίνουν φυλακές, συρματοπλέγματα, για δυο αιχμαλώτους δυστυχισμένους.
Που άλλο δεν θα σε κακομαθαίνω, δεν θα σε ταΐζω πια στο στόμα, θα τρως μονάχη σου κι εγώ θα τρώω απ΄ τις σάρκες μου.
Που θα σου λείπω και θα μου λείπεις, που θα παγώνουμε.
Που εκείνο το νησί, το άλλοτε δικό μας, το κάποτε φιλόξενο, θα είναι εχθρικό και αφιλόξενο.
Κοίτα να δεις γαμώτο, που φέτος δεν θα έρθει καλοκαίρι, θα είναι ένας μόνιμος χειμώνας. Που ετούτον τον Ιούνη θα έχει βροχές, που τον Ιούλη θα κάνει κρύο, που αυτόν εδώ τον Αύγουστο δεν θα έχει ήλιους, θα έχει σκοτάδια.
Όλα τα διαλύσαμε γαμώτο…
Και κοίτα να δεις που φέτος δεν θα ΄ρθει καλοκαίρι.