Γράφει η Γεώρα
Θα μπορούσα να σου μιλήσω για εκείνον. Εκείνον που τα άλλαξε όλα. Να σου διηγηθώ, το μαζί του και το χώρια του. Να σε κάνω να τον γνωρίσεις, όσο εγώ επιθυμώ!
Είχα μιλήσει κάποτε για εκείνον και στον ίδιο. Με μια εικόνα λιγάκι περίεργη, μου είχε απαντήσει. Θυμάμαι είχε καρφώσει τα μάτια του στα δικά μου. Υπήρχε κόσμος γύρω, όμως εκείνος κοιτούσε μόνο εμένα!
Επίμονα! Σαν απεγνωσμένος που ζητούσε σωτηρία από το μαρτύριό του. Σαν άνθρωπο που ζητούσε μια αγκαλιά, έχοντας πετάξει την σκληρότητα και την κενότητά του. Σαν απεγνωσμένο εραστή, που αναζητούσε ένα κορμί, ένα συγκεκριμένο κορμί, που του χάρισε, όσα τόσα χρόνια δεν του είχαν χαρίσει.
Σανίδα σωτηρίας, για έναν έρωτα, που προκαλούσαμε ηθελημένα το ναυάγιο του. Για έναν έρωτα που δεν έπρεπε, για κάτι απαγορευμένο, ντυμένο με λαχτάρα. Για έναν έρωτα καταστροφικό.
Και σαν το βλέμμα του παρέμενε προσκολλημένο στο δικό μου, ήρθε κοντά. Πολύ πολύ κοντά. Τόσο που μπορούσα να ακούσω την καρδιά του να χτυπά!
«Τι είμαι εγώ για σένα;» τον ρώτησα. «Ένα κόκκινο μπαλόνι σε μια μπλε θάλασσα» έτσι μου απάντησε. Μια πινελιά ζωής και ελευθερίας στο απέραντο βαθύ μπλε μου. Μια ανάσα έρωτα! Μια μέρα αισιοδοξίας. Μια μέρα πλασμένη με αληθινή ζωή. Με την μυρωδιά του δικού μου ανθρώπου. Με στιγμές από την γεύση των φιλιών σου! Με μια δύση σαν το χαμόγελό σου και ένα βράδυ απαλό σαν τον λαιμό σου.
Κάτι άπιαστο! Κάτι μοναδικό και ξεχωριστό, στις μουντές μέρες μου. Μια ταραχή συναισθημάτων. Ένα νησί που θα με καταστρέψει. Ένα μπαλόνι κόκκινο που όσο κοντά μου και αν έρθει, θα φύγει. Δεν θα μπορέσει να αντέξει, γιατί ίσως δεν αντέξω εγώ!
Από τότε δεν τον έχω ξαναδεί. Επιχείρησα να χαθώ για το καλό του. Δεν είχε καταλάβει, πως είχα επιλέξει στο βαθύ μπλε του να χαθώ, με κάθε κόστος. Δεν είχε καταλάβει πως θάλασσα ήμουν και εγώ. Δεν είχε καταλάβει πόσο πολύ νοιαζόμουνα για εκείνον.
Μια μέρα, μέσα στην απελπισία μου, του έγραψα, τι ήταν για μένα. Πώς τον έβλεπα εγώ! Επί λέξη του είχα γράψει, πως τον είχα επιλέξει κάποτε. Δεν του το έστειλα ποτέ εκείνο το γράμμα. Το πέταξα στη θάλασσα. Έγινε κομμάτια και εκείνο και εγώ. Και σαν κόκκινο μπαλόνι γεμάτο συναισθήματα έσκασα πάνω από τον ωκεανό. Αγναντεύοντας έναν έρωτα να βυθίζεται, ντυμένο με έναν φόβο, λίγο μελαγχολικό!