Γράφει η Ζωή Τριανταφυλλοπούλου
…Τι θα κάνω εγώ με σένα μου λες;
Εκατοντάδες φορές σ’ άκουσα να λες κάτι τέτοιο στην πορεία της αλλόκοτης σύνδεσης μας, της από αλλού φερμενης που μετράει παρελθόν!
Άλλες τόσες φορές έπιανα εμένα να χαμογελώ στο άκουσμα της φράσης σχεδόν συνωμοτικα. Νόμιζα η αφελής ότι σε κολουσα στον τοίχο, σε δυσκόλευα με την παρουσία μου και χαιρόμουν που κάποιος επιτέλους κατάφερνε να τα βάλει μαζί σου. Ναι με σένα που ήσουν πάντα όσο χρειάζεται ανθρώπινος κατά βάση όμως μοναχικά απροσιτος και περιεγκλειστος.
Απαντούσα με στόμφο συνήθως. “Δεν θα κάνεις τίποτε μαζί μου έλεγα σχεδόν ξεδιάντροπα. Άλλωστε δεν είσαι σε θέση!”
Κι ο διάλογος αυτός επαναλαμβανόταν συχνά, σαν στιχάκι που κόλλησε η βελόνα του σε ένα παλιό βινύλιο.
Στην πραγματικότητα γύρευα να με διαψεύσεις, γύρευα μιαν αντίδραση που θα διάλεγε ξεκάθαρα εμένα κι ο,τι κουβαλάω και θα άνοιγε αφυπνιζοντας σε όλους τους κλειστούς σου δρόμους. Αυτούς τους πυρωμενους από το πρέπει της υποχρέωσης. Όμως δεν!
Οι εποχές κύλησαν νερό αλλά η ερώτηση έμεινε αντίλαλος κι ηχώ στο φαράγγι της ζωής μου. Την ακούω ακόμη και τώρα στ’ αυτιά μου ενώ δεν επικοινωνούμε πλέον. Ο δίαυλος κόπηκε αιφνίδια καιρό τώρα και χωρίς εξηγήσεις…
Κι εγώ η ρομαντικά ανόητη που φανταζόταν μεγάλες αγάπες κι υπερβασεις στο όνομα της βάζω στην άκρη το παραμυθάκι που ετρεφα ευλαβικά τόσα χρόνια τώρα μαζί σου. Στον τίτλο του μοναδικού ένα, μέσα μου. Βλέπεις πανάθεμα σε με επιβεβαιώνεις…
Η αγωνιώδης και κατ’ επανάληψη ερώτησή σου απαντιεται από το παρόν της ιστορίας μας.
Δεν είμαι για τίποτε για σένα!
Δεν σκοπεύεις να κάνεις το παραμικρό δρασκελισμο μαζί μου. Βήμα παραπέρα δεν ξεμακραινεις από τις ράγες που σέρνεις το τραινάκι της ευποληπτης ζωής σου.
Το ξέρω πως θα επιστρέψεις κάποια στιγμή για να εξηγήσεις. Να δικαιολογησεις. Άλλη μια φορά θα αναφερθείς στο αδιέξοδο για αυτό που θες από μένα, με μένα.
Αυτή τη φορά όμως σε παρακαλώ μην μπεις στον κόπο να εμφανιστείς, μη ζητήσεις και σε μένα να επιστρέψω. Αυτή τη φορά δεν γυρίζω αληθινά στο ομολογώ. Αυτή τη φορά θα τραβήξω αντίθετα στο όριο του άλλου άκρου της γης που τα μάτια κι η καρδιά μου ορίζουν.
Όσο πιο μακριά σου γίνεται.
Αντίθετα στην ενέργεια της αγάπης και της σκέψης μου που αφιλοκερδώς σου παραχωρουσα, καύσιμο για να στέκεσαι όρθιος στους αγώνες σου.
Θέλω να είσαι πραγματικά καλά αλλά κουράστηκα πολύ μέσα μου να κυνηγώ μια Χιμάρα που αγνοεί ακόμη και την ύπαρξή μου μέσα στην τόση φασαρία του κόσμου που ζει.
Τελικά λοιπόν από ότι φαίνεται κι εσύ δεν είσαι για τίποτε με μένα.
Και αν δεν είσαι γίνεσαι ένα τίποτε.
Γιατί εσύ, το διάλεξες …