Γράφει ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Μέσα στα γρανάζια του χρόνου κυλούν οι στιγμές μας όχι μόνο οι ευχάριστες ή η δυσάρεστες που δημιουργούμε για τον εαυτό μας, μα και αυτές που δίνουμε απλόχερα στους άλλους.
Σε γνώρισα μέσα σε μια εσωτερική καταδίκη που αισθανόσουν.
Μαζεμένα τόσα όμορφα όνειρα που τρόμαζες να ακολουθήσεις,φοβίες σε κυρίευαν που δεν μπορούσες να διαχειριστείς.
Εγώ σου έδωσα τον χρόνο μου,
την ψυχή μου,
αυτό που δεν θέλησε να σου προσφέρει κανένας άλλος.
Σε βοήθησα να πιστέψεις σε σένα.
Να γίνεις δυνατή.
Κάθε προσπάθεια σου να έχει αξία.
Είχες πολλές δυνατότητες μα ήσουν τυφλή για να το πιστέψεις.
Ότι δεν έβλεπες εσύ,έβλεπα εγώ σε σένα.
Σε κράτησα απ’ το χέρι και σε οδήγησα μέσα απ’ τα αδιέξοδα σου, σε μονοπάτια που έλπιζες κάποτε να συναντήσεις.
Γέμισα τα κενά σου με φιλοδοξίες και σε κάθε σου βήμα έφτιαχνα σκαλοπάτια να ανέβεις.
Μου έδωσες πολλά “ευχαριστώ” στο ξεκίνημα της πορείας σου…
Πίστεψα ότι είχαμε σεβασμό και αλληλοεκτίμηση.
Χαιρόμουν τόσο πολύ να σε βλέπω να πατάς γερά στα πόδια σου, να γελάς σαν παιδί στην κάθε επιτυχία σου, ήταν η μεγαλύτερη μου ανταμοιβή.
Μα κάποια στιγμή όσο εσύ ανέβαινες, γέμιζες τα πνευμόνια σου με τον αέρα της αχαριστίας,δεν ευχαριστιόσουν με όσα κατάφερνες, συνεχώς επιθυμούσες όλο και περισσότερα.
Πολλοί άγνωστοι φίλοι σε πλησίασαν,σου μετέφεραν άλλες ιδέες,η καρδιά σου άρχισε να παγώνει,στα μάτια σου ήμουν πια μια κακοτεχνία. Αποτραβήχτηκες από κοντά μου σιγά- σιγά γεμίζοντας το πρόγραμμα σου με δικαιολογίες.
Χαθήκαμε…
Από κοινούς γνωστούς μάθαινα για σένα για μια εξέλιξη δαιμόνιων συμφερόντων που σε οδηγούσε να γεμίζεις ξεχυλισμενα ποτήρια.
Όταν οι ευχαριστίες γίνουν τα δεδομένα, άλλης εποχής, ποταπά φρονήματα μαστίζουν την ψυχή σου.
Κανένα παρόν δεν είναι αρκετό να κρατήσει την αγνωμοσύνη της ψυχής.
Ξεχνώντας το παρελθόν, το μέλλον σου κλείνει το μάτι… και μου γυρίζει την πλάτη.
Τα άλλοτε γερά σκαλοπάτια γίνονται άμμος και σε παρασέρνουν σε μια έρημο.
Πικράθηκα, δεν στο κρύβω, ένιωσα την προδοσία σου να κυλά στις φλέβες μου.
Μια καθημερινότητα υπηρέτης των “θέλω” σου.
Πολλές φορές μετάνιωσα για ότι σου πρόσφερα, για τον χρόνο που σπατάλησα να χτίζω τα ρημαδιασμένα σκαλοπάτια σου, ο καιρός όμως με δίδαξε να προχωρήσω.
Συνέχισα την ζωή μου χτίζοντας τα δικά μου σκαλοπάτια, και ανέβηκα ψηλά δεν στο κρύβω.
Τώρα που βρέθηκες ξανά στην αιώνια καταδίκη σου μην περιμένεις κανένα χέρι να σε οδηγήσει…