Γράφει η Χριστίνα Μανωλά
Κάποτε έρχεται η στιγμή που κουράζεσαι. Όχι το σώμα, αλλά η ψυχή και το μυαλό. Η ψυχή να πονάει, το μυαλό να τρέχει, να υπεραναλύει, να διαλύει τα απλά και να τα κάνει θηρία. Σκέψεις ασταμάτητες, αρνητικές, βαριές, που ρουφούν οξυγόνο και μετατρέπουν τη ζωή σε ένα συνεχές ψυχολογικό μαρτύριο.
Κι όσο τρέχει το μυαλό, τόσο αρρωσταίνει το σώμα. Ο ένας κουβαλά τον πόνο του άλλου, λες και είναι αλυσίδα που δεν σπάει. Ένα ψυχοσωματικό παιχνίδι χωρίς νικητές. Μονάχα χαμένοι που παλεύουν να αναπνεύσουν μέσα στον καταιγισμό σκέψεων. Και τότε ψάχνεις απεγνωσμένα ένα κουμπί. Να το πατήσεις και να σταματήσουν όλα. Να ξεριζωθούν οι έννοιες, να σβηστούν τα προβλήματα, να καθαρίσει το μέσα σου από κάθε τοξικότητα. Ένα «τοπίο» λευκό, σαν φρέσκια αρχή.
Ποιος δεν ονειρεύτηκε μια μεταμόσχευση μυαλού και καρδιάς; Ακούγεται τρελό, αλλά πόσο λυτρωτικό θα ήταν… Ένα reset που θα έκανε το μυαλό να σωπάσει και την ψυχή να γιατρευτεί. Ένα «από μηχανής» χέρι που θα στέγνωνε τις πληγές, θα έπλενε την καρδιά από την πίκρα, θα έδινε χώρο στην ηρεμία να ριζώσει.
Μα όσο τρελές κι αν είναι αυτές οι σκέψεις, έχουν μια αλήθεια: είναι η ανάγκη μας για σιωπή που τις γεννά. Γιατί η ζωή προχωράει κι αν μείνεις φυλακισμένος στις φωνές του μυαλού, θα χάσεις το δώρο της.
Η ηρεμία δεν χαρίζεται. Κερδίζεται. Με κόπο, με αποφάσεις, με όρια. Κι όταν τη βρεις, κρύψε την μέσα σου σαν φάρμακο. Γιατί πάντα θα έρθει η στιγμή που θα τη χρειαστείς ξανά.