Γράφει ο Πάνος Θεοδώρου
Πέρασαν οι μέρες, κι ακόμα δεν στο είπα. Το κρατάω μέσα μου, σαν βάρος που δεν ξέρω πώς να ξεφορτωθώ. Δεν σου είπα πόσο μου λείπεις. Όχι επειδή δεν θέλω. Ίσως επειδή φοβάμαι ότι, αν το πω, θα με καταπιεί το μέγεθος του.
Αλλά το ξέρεις, έτσι δεν είναι; Δεν μπορεί να μην το ξέρεις. Εσύ ήσουν πάντα αυτός που διάβαζε τις σιωπές μου καλύτερα απ’ ό,τι εγώ τα ίδια μου τα λόγια. Εσύ, που έβλεπες μέσα μου χωρίς να χρειαστεί να πω τίποτα.
Τώρα, κάθε γωνιά αυτού του καταραμένου Δεκέμβρη σε φωνάζει. Τα φωτάκια που αναβοσβήνουν σαν παλμοί, τα τραγούδια που μου τρυπάνε το κεφάλι, οι μυρωδιές από γλυκά που θυμίζουν στιγμές που δεν θα ξανάρθουν. Δεν είναι τα Χριστούγεννα που με πληγώνουν· είσαι εσύ. Εσύ που λείπεις.
Δεν σου είπα ότι σε θέλω πίσω. Όχι γιατί σταμάτησα να το νιώθω, αλλά γιατί φοβάμαι ότι δεν έχει νόημα πια. Όμως ξέρω ότι το νιώθεις. Σου το δείχνω, ακόμα κι όταν προσπαθώ να το κρύψω. Σου το δείχνω κάθε φορά που χάνομαι στις παλιές μας φωτογραφίες, που ακούω μέσα μου το γέλιο σου και θυμάμαι πώς έφερνες φως στα πιο σκοτεινά μου σημεία.
Ξέρεις τι είναι τα Χριστούγεννα χωρίς εσένα; Μια παγωμένη σιωπή που κανένα λαμπάκι και κανένα «χρόνια πολλά» δεν μπορεί να σπάσει. Δεν μου λείπει απλά ο έρωτας. Μου λείπεις εσύ. Το πώς έκανες κάθε τι απλό να μοιάζει μαγικό. Το πώς γέμιζες τα κενά που δεν ήξερα ότι είχα.
Αν μπορούσα να σου πω κάτι απόψε, θα ήταν αυτό: έλα πίσω. Όχι γιατί χρειάζομαι να γεμίσεις το κενό, αλλά γιατί σε θέλω εδώ. Εσύ είσαι το φως, όχι τα στολίδια. Εσύ είσαι η ζεστασιά, όχι το κρασί.
Πέρασαν οι μέρες, κι ακόμα δεν στο είπα. Αλλά τώρα ξέρεις. Δεν μου αρκεί να σε θυμάμαι. Θέλω να σε έχω. Και αν είναι να κάνω μια ευχή φέτος, αυτή είναι: έλα πίσω. Όχι γιατί τα Χριστούγεννα δεν είναι τα ίδια χωρίς εσένα, αλλά γιατί εγώ δεν είμαι ο ίδιος χωρίς εσένα.