Γράφει η Αντωνία Χατζηγιάννη
Πληκτρολογείς τον αριθμό. Ταχυκαρδία. Έχει ξεκινήσει ώρα πριν. Το χέρι σου τρέμει, αλλά η απόφαση έχει παρθεί. Χτυπάει… χτυπάει… και ξαφνικά:
— “Παρακαλώ.”
Καταπίνεις τον κόμπο που έχει σταθεί στο λαιμό σου και με μια φωνή που σχεδόν τρέμει, ψελλίζεις:
— “Καλημέρα…”
Σιωπή. Η σιωπή που σε πνίγει, που σε διαλύει. Αναρωτιέσαι αν το τηλέφωνο χάλασε ή αν απλά αποφάσισε να σε σκοτώσει αργά και βασανιστικά. Παίρνεις μια βαθιά ανάσα και συνεχίζεις:
— “Μήπως να… εεε… να κλείσω; Ενοχλώ;”
— “ΝΑΙ.”
Τι “ναι” ρε; “ΝΑΙ”; Τρεις μήνες μετά που έχεις να με δεις, να με ακούσεις, να με διαβάσεις, μου λες “ναι”, έτσι ξερά και ψυχρά; Εγώ είμαι! Εκείνη που έλεγες πως σε κάνει να νιώθεις πρωτόγνωρα. Που διέσχιζες χιλιόμετρα για να με δεις, έστω και για μισή ώρα. Που μου έγραφες τραγούδια. Που θαύμαζες το μυαλό μου, το χιούμορ μου.
Εγώ ήμουν το χαμόγελό σου, θυμάσαι; Έτσι με αποκαλούσες: “χαμόγελό μου”. Κι εγώ το πίστεψα. Πίστεψα ότι είχα καταφέρει να γίνω κάτι για σένα. Ότι οι λέξεις σου δεν ήταν μόνο καλοστημένες ατάκες σε μια αδιάφορη καθημερινότητα.
Και τώρα; Να κλείσω. Ενοχλώ. ΝΑΙ. Είμαι η ενόχληση στη ζωή σου. Την ίδια ζωή που κάποτε ήθελες να μοιραστείς μαζί μου. Κι εγώ, ηλίθια, που περίμενα έστω μια εξήγηση. Ένα “δεν είμαστε πια εμείς”, ένα “δεν νιώθω πια το ίδιο”. Αλλά τίποτα. Φραγές παντού. Facebook, Viber, κλήσεις, SMS. Μπλοκαρισμένη. Αόρατη.
Έγραψα τόσα e-mails, ξέρεις; Προσπάθησα να βρω το λάθος μου. Να καταλάβω γιατί. Να ζητήσω συγγνώμη αν έφταιγα. Αλλά εσύ; Έτσι εύκολα; Ένα “ΝΑΙ” και ξεμπερδέψαμε;
Ξέρεις κάτι; ΝΑΙ, είσαι μαλάκας. ΝΑΙ, είσαι κούφιος. ΝΑΙ, βρίζω κι ας ξέρω ότι σε ενοχλεί. Αλλά δεν με νοιάζει πια. Δεν πρόκειται να γίνω η τέλεια Barbie σου, η γλυκιά και αψεγάδιαστη κούκλα που φαντασιώνεσαι. Λυπάμαι που τελικά αποδείχτηκα πιο καστανή, πιο κοντή και πιο αθυρόστομη από τη sexy κούκλα των παιδικών μας χρόνων.
Αλλά πιο πολύ απ’ όλα, λυπάμαι που δεν κατάφερα να γεμίσω την κούφια καρδιά σου, αγαπώντας σε. Που ξόδεψα τα συναισθήματά μου για κάποιον που δεν άξιζε ούτε μια σκέψη μου.
— “Εντάξει. Κλείνω.”
Τουτ… Τουτ… Τουτ.
Και κάπως έτσι, έκλεισε και ο κύκλος μας. Με ένα “ΝΑΙ” που σε αφήνει στο πάτωμα να μαζεύεις κομμάτια. Μα εγώ θα σηκωθώ. Γιατί ξέρω πλέον ότι οι άνθρωποι σαν κι εσένα αξίζουν μόνο μια λέξη: αντίο.