Γράφει η Αλεξάνδρα Φαρμάκη
Το χειρότερο αντίο είναι εκείνο που δεν ειπώθηκε ποτέ. Είναι το αντίο που δεν βρήκε ποτέ το θάρρος να ξεστομιστεί, που έμεινε εγκλωβισμένο πίσω από δισταγμούς, φόβους ή εγωισμούς. Δεν έχει λέξεις, δεν έχει εξηγήσεις, μόνο μια εκκωφαντική σιωπή που σε κυνηγά.
Αυτό το αντίο είναι σαν πληγή που δεν λέει να κλείσει. Όσο κι αν περνά ο χρόνος, τη νιώθεις να πονά. Δεν είναι τόσο το τέλος που πονάει, όσο η αβεβαιότητα. Το κενό που άφησε πίσω του, γεμάτο αναπάντητα ερωτήματα, ανείπωτες σκέψεις και συναισθήματα που δεν βρήκαν ποτέ τον δρόμο προς την επιφάνεια. Είναι το «γιατί» που δεν απαντήθηκε ποτέ και το «αν» που στοιχειώνει κάθε σου σκέψη.
Το χειρότερο αντίο δεν κλείνει καμία πόρτα. Σε αφήνει να κοιτάς μέσα από μια χαραμάδα, παγιδευμένος ανάμεσα σε αυτό που κάποτε υπήρξε και σε αυτό που δεν πρόλαβε να γίνει. Είναι η αίσθηση πως κάτι έμεινε ανολοκλήρωτο, πως δεν κατάφερες να πεις όλα όσα ήθελες.
Κι όμως, μέσα σε αυτή τη σιωπή, αναγκάζεσαι να μάθεις. Να συμφιλιωθείς με την ιδέα ότι κάποια αντίο δεν έρχονται ποτέ με λέξεις. Έρχονται με τη ζωή που συνεχίζεται. Με τη δύναμη να προχωράς, ακόμα κι αν δεν πήρες ποτέ τις απαντήσεις που ήθελες.
Ίσως το μόνο που μένει να κάνεις είναι να πεις αυτό το αντίο μέσα σου. Να το δώσεις εσύ στον εαυτό σου, για να ελευθερωθείς από το βάρος του. Γιατί, στο τέλος, τα ανείπωτα αντίο είναι εκείνα που πρέπει να τελειώνουν από εμάς τους ίδιους.