Γράφει η Χατζηγιάννη Αντωνία
Ζητούσες συνέχεια. Ευκαιρίες, αποδείξεις, υπομονή. Ζητούσες να περιμένω, να πιστεύω, να συγχωρώ. Και κάθε φορά που έλεγα «εντάξει, αυτή θα είναι η τελευταία», έβρισκες τρόπο να με πείσεις πως αξίζει άλλη μία. Και ξέρεις κάτι; Για λίγο σε πίστευα. Όχι γιατί ήσουν πειστικός, αλλά γιατί ήθελα να είσαι. Γιατί η ανάγκη μου να μην είχα κάνει λάθος, ήταν πιο μεγάλη από τη λογική μου.
Μόνο που το «δώσε» κάποια στιγμή τελειώνει. Δεν έχεις άλλο να δώσεις, δεν έχεις άλλο να πεις, δεν έχεις άλλη δύναμη να μαζεύεις τα χαλάσματα και να τα φτιάχνεις όμορφα, για να τα ξαναγκρεμίσουν. Κι εκεί ακριβώς αλλάζει ο αέρας. Δεν γίνεται έκρηξη, δεν υπάρχει δράμα. Απλώς, παγώνει κάτι μέσα σου. Εκείνο το κομμάτι που σε κρατούσε, που έλεγε “μπορεί να αλλάξει”. Δεν αλλάζει. Κανείς δεν αλλάζει επειδή τον παρακαλάς.
Έδωσα μέχρι να αδειάσω. Και τώρα που δεν έχω τίποτα, έχω τα πάντα. Έχω τον χρόνο μου, την ησυχία μου, την ψυχή μου καθαρή. Δεν έχω πια θυμό, ούτε κακία. Μόνο μια ξεκάθαρη αλήθεια: δεν φταις που δεν ήξερες να αγαπάς. Φταίω που νόμιζα πως θα σε μάθω. Κι αυτό ήταν το λάθος μου. Να παίζω τη δασκάλα σε μάθημα που δεν ήθελες να παρακολουθήσεις.
Τώρα ξέρω. Δεν σώζεται ό,τι χρειάζεται σωτήρα. Κι εγώ δεν είμαι ούτε άγια, ούτε θύμα. Είμαι γυναίκα που έμαθε με τον δύσκολο τρόπο ότι το “δώσε” χωρίς όρια γίνεται φυλακή. Και δεν χωράω πια σε φυλακές.
Οπότε όχι. Δεν έχει άλλη ευκαιρία, δεν έχει άλλο “ίσως”.
Τελείωσε το “δώσε”, αγάπη μου.
Τώρα, σειρά μου να κρατήσω κάτι μόνο για μένα.
