Γράφει ο Μιχάλης Στεφανίδης
Δεν είναι ότι μείναμε μαζί.
Είναι ότι κάθε μέρα, σε διαλέγω ξανά. Όχι γιατί δεν θα μπορούσα να ζήσω χωρίς εσένα — αλλά γιατί δεν θέλω. Γιατί μέσα σε όλα τα “ίσως” που έγιναν “όχι”, μέσα σε όσα χάλασαν γύρω μας, εσύ ήσουν το μόνο που κράτησε αλήθεια.
Δεν μοιάζουμε με εκείνους τους δύο που ήμασταν στην αρχή.
Έχουμε αλλάξει, έχουμε ματώσει, έχουμε κουραστεί. Έχουμε πει λέξεις που δεν έπρεπε, έχουμε πληγωθεί χωρίς να το θέλουμε. Μα ξέρεις τι; Όλα αυτά, είναι το δικό μας παρελθόν. Δεν το πετάω. Το κρατάω, γιατί εκεί μέσα βρίσκεται η απόδειξη πως δε φοβηθήκαμε να μείνουμε.
Κάθε μέρα που σε κοιτάζω, βλέπω και κάτι καινούργιο. Μια ρυτίδα, ένα βλέμμα πιο ήσυχο, μια κούραση που δεν είχες. Κι όμως, σε βρίσκω ακόμα όμορφη. Όχι για αυτό που δείχνεις, αλλά για αυτό που κουβαλάς. Για τις φορές που στάθηκες δυνατή κι ας ήθελες να φύγεις. Για τις μέρες που με άντεξες, όταν δεν ήμουν εύκολος άνθρωπος. Για τις νύχτες που κράτησες τη σιωπή, αντί να πεις κάτι που θα πλήγωνε.
Δεν σε αγαπάω πια όπως τότε. Σε αγαπάω πιο ήσυχα, πιο βαθιά, πιο συνειδητά. Δεν καίγομαι — φωτίζομαι. Δεν τρέχω πίσω σου — περπατώ δίπλα σου. Και κάθε φορά που η ζωή μας δοκιμάζει, θυμάμαι γιατί μείναμε. Γιατί σε διάλεξα τότε και γιατί συνεχίζω να σε διαλέγω τώρα.
Δεν είσαι δεδομένη. Είσαι η απόφαση που παίρνω ξανά και ξανά, κάθε πρωί που ξυπνάω δίπλα σου.
Σε κοιτάζω, και δεν βλέπω συνήθεια· βλέπω επιλογή.
Δεν προσπαθώ να σε κρατήσω από φόβο, αλλά από επιθυμία.
Γιατί θέλω να σε κρατήσω.
Γιατί αξίζεις να σε διεκδικούν, ακόμα κι όταν όλα μοιάζουν ήσυχα.
Κι αν με ρωτήσεις τι σημαίνει “μαζί”, θα σου πω αυτό:
Να ξυπνάς δίπλα σε κάποιον και να λες “είμαι ακόμα εδώ”.
Όχι επειδή πρέπει.
Αλλά γιατί θέλεις.
Και γιατί κάθε μέρα, όσο κι αν αλλάζουμε,
σε διαλέγω ξανά.
