Ο έρωτας που δεν έζησες, είναι εκείνος που σε εκδικείται..
Γράφει ο Δημήτρης Ξυλούρης
Σαν παρτίδα paintball ξεκίνησε. Σαν ένα παιχνίδι όλα ή τίποτα ανάμεσα σε ιδρωμένα κορμιά πασαλειμμένα με χρώμα. Κάποια έπεφταν ξαφνικά, ενώ άλλα προσπαθούσαν να επιβιώσουν και να αποφύγουν τις μελανιές. Η ζέστη ήταν πολλή, αλλά δεν πτόησε τα γέλια και τις χαζομάρες.
Οι κουβέντες ανακατεύονταν με τον κρότο των όπλων και τα πειράγματα την ώρα που το χρώμα απλωνόταν, όπως και η μελανιά που σημάδευε το κορμί που χτυπούσε.
Αναπόλησα πολλές φορές αυτή την παρτίδα. Κυρίως αυτά που έλεγες αλλά δεν άκουγα, αυτά που δεν τους έδωσα σημασία. Αναπολώ ακόμα.
Απωθημένη καύλa, ανεκπλήρωτα «σε θέλω», συχνά «δεν μπορώ» είναι παρατημένα στα σκοτεινά, βαθιά κρυμμένα στο υποσυνείδητο, ελπίζοντας πως, μέσα σε μια εξαντλητική προσμονή, κάποια στιγμή θα έρθει η ώρα τους. Η ώρα που θα ενδώσουν, θα αφεθούν και θα πειστούν πως μπορούν να γίνουν αγκαλιές, φιλιά, έρωτας, στιγμή, τώρα. Όμως ακόμα αυτό το μυαλό, δυνάστης σωστός, σπρώχνει μακριά ό,τι το ενοχλεί.
Ό,τι του χαλάει τη βόλεψη και την ησυχία, το πρόγραμμα, το σίγουρο, αυτό που μπορεί να μετρήσει και να καταλάβει. Όταν ακουμπά στο μαξιλάρι και μετρά τη μέρα από την αρχή, κάνει τον καμπόσο αφέντη και προσπαθεί να επιβληθεί. Και ας είναι συχνά εκείνη η ταλαίπωρη καρδιά που ποθεί, που ξυπνά και χύνεται και ταξιδεύει μέσα από τα δάκρυα.
Και ας είναι αυτή που χορεύει στο δικό της ρυθμό και μοιάζει σαν το μυρωδάτο ξύλο στο τζάκι που το γλείφει η φωτιά παντού αλλά δεν κατάφερε να τ’ αγκαλιάσει η φλόγα της. Το μυαλό θυμώνει και αντιστέκεται, η καρδιά λυπάται και ξεσηκώνεται.
Όλο αυτό που η καρδιά ποθεί. Με το φόβο το μυαλό το σπρώχνει πέρα. Προσπαθεί να το εξαφανίσει, να το διώξει μακριά, να το απωθήσει. Όλο αυτό που δεν έζησες, η μέρα που στερήθηκες, το φιλί που δεν γεύτηκες, η αγκαλιά που δεν φώλιασες, το κορμί που δεν ζέστανες, θα έρθει η ώρα που θα σε εκδικηθεί. Θα έρθει η ώρα που θα θεριέψει εκεί μπροστά σου και θα ζητήσει τα ρέστα.
Σε βασανίζει ακόμα και μέσα σου θεριεύει, εξιδανικεύεται, σε καταπίνει. Έτσι σε τιμωρεί. Σε κάνει να το φαντάζεσαι τέλειο, μοναδικό, μαγικό. Δεν σ’ αφήνει να το συγκρίνεις με τίποτα άλλο και συχνά δεν προλαβαίνεις να δεις τα κουσούρια του. Κρέμεσαι πάνω του και τυφλώνεσαι απ’ τα «στολίδια» του. Και πώς να μην είναι έτσι; Δεν το έζησες για να σε πονέσει. Δεν σε πλήγωσε. Μόνο γεννήθηκε και το αποχαιρέτησες κατευθείαν. Γι’ αυτό σε στοιχειώνει.
Τόλμα λοιπόν να βουτήξεις σε αυτό. Διώξε το φόβο που σε κρατάει μακριά από το πάθος σου, ζήσε την περιπέτειά σου, γίνε εσύ ο ήρωας σου. Μην αφήσεις κανέναν να σου το στερήσει. Διεκδίκησέ το, κατάκτησέ το.