Γράφει ο Πάνος Θεοδώρου
Δεν σου χτυπάει την πόρτα. Δεν έρχεται διακριτικά, δεν σε προειδοποιεί, δεν σε ρωτάει αν είσαι έτοιμη.
Μπαίνει μέσα σου σαν καταιγίδα.
Σε τραβάει, σε ρίχνει, σε πετάει από άκρη σε άκρη χωρίς να σε ρωτήσει αν αντέχεις.
Είναι σαν φωτιά που απλώνεται ανεξέλεγκτα. Στην αρχή σε ζεσταίνει, σε τυλίγει, σε κάνει να νιώθεις ζωντανή. Και πριν το καταλάβεις, έχει αρχίσει να καίει τα πάντα.
Και εσύ δεν κάνεις τίποτα για να το σταματήσεις.
Γιατί δεν θέλεις να σταματήσει.
Γιατί, όσο κι αν σε διαλύει, δεν μπορείς να κάνεις πίσω.
Και κάπου εκεί, μέσα στο χάος, νομίζεις πως μπορείς να το κρατήσεις. Νομίζεις πως μπορείς να δώσεις σχήμα σε κάτι που γεννήθηκε για να είναι ανεξέλεγκτο.
Αλλά ο έρωτας δεν ανήκει σε κανέναν.
Δεν είναι κατοικίδιο να το δαμάσεις. Δεν είναι δρόμος με σημάδια να ξέρεις πού πηγαίνει.
Μια μέρα, χωρίς λόγο, χωρίς προειδοποίηση, σηκώνεται και φεύγει.
Και δεν μαζεύει τίποτα από όσα άφησε πίσω του.
Τα σπασμένα είναι δικά σου.
Εσύ θα τα κοιτάς, εσύ θα προσπαθείς να τα κολλήσεις, εσύ θα μαθαίνεις να περπατάς ξανά μέσα σε ό,τι απέμεινε.
Και αυτός;
Δεν θα κοιτάξει πίσω. Δεν θα αναρωτηθεί αν σε άφησε μισή, αν έμεινε κάτι από σένα που δεν μπορεί να φτιαχτεί.
Ο έρωτας δεν ζητάει την άδεια.
Μπαίνει, καταστρέφει και φεύγει.
Και το μόνο που μένει πίσω του… είναι εσύ.