Γράφει η Λέλα Σακήλια
Ο έρωτας δεν σε μπέρδεψε ποτέ.
Δεν σου μίλησε με μισόλογα, ούτε σου έταξε πράγματα που δεν ένιωθε.
Ήταν πάντα καθαρός.
Και φωτεινός.
Ακόμα κι όταν περνούσε από σκοτεινά δωμάτια.
Είναι οι άνθρωποι που τον κάνανε περίπλοκο.
Που τον φόρεσαν σαν μάσκα, τον χρησιμοποίησαν σαν δικαιολογία, τον γέμισαν υποσχέσεις που δεν άντεχαν να τηρήσουν.
Και εσύ, τους πίστεψες.
Γιατί όταν αγαπάς, θες να πιστεύεις.
Έτσι ο έρωτας έγινε παρεξήγηση.
Έγινε παιχνίδι, έγινε μυστήριο, έγινε «ας δούμε πού θα πάει».
Έγινε ένας γρίφος που εσύ προσπαθούσες να λύσεις με όλη σου την ψυχή, χωρίς να καταλαβαίνεις πως η απάντηση ήταν πάντα μπροστά σου:
Στον τρόπο που σε κοίταζε.
Στο πώς (δεν) σε άγγιζε.
Στο πώς σου έλειπε, ενώ ήταν δίπλα σου.
Ο έρωτας δεν σε πληγώνει.
Η έλλειψή του σε πληγώνει.
Η αναμονή για έναν άνθρωπο που δεν ξέρει τι θέλει.
Το να μειώνεσαι για να χωρέσεις σε κάτι που δεν χωράει την αλήθεια σου.
Ο έρωτας, όταν είναι αληθινός, δεν αφήνει περιθώρια για αμφιβολίες.
Δεν σε κάνει να αναρωτιέσαι αν αξίζεις.
Σε κοιτάζει και ξέρεις.
Αν πρέπει να σκάψεις, να ψάξεις, να εξηγήσεις τι νιώθει ο άλλος, τότε δεν είναι έρωτας.
Είναι σύγχυση.
Είναι αναμονή.
Είναι μοναξιά με δύο πρόσωπα.
Ο έρωτας δεν ήταν ποτέ αίνιγμα.
Ήταν πάντα η απάντηση.
Η πιο απλή, η πιο βαθιά, η πιο ξεκάθαρη απάντηση στην ερώτηση:
«Πού νιώθω σπίτι;»