Μετά από εσένα, κατάλαβα γιατί οι τυφώνες έχουν ανθρώπινα ονόματα.
Γράφει η Σοφία Δημητρίου
Μετά από εσένα, καταλαβαίνω γιατί οι τυφώνες έχουν ανθρώπινα ονόματα.
Είσαι σαν τυφώνας. Μπήκες στη ζωή μου με ορμή, με πάθος, με εκείνη την ανεξέλεγκτη δύναμη που με παρέσυρε σε έναν κόσμο που δεν ήξερα ότι υπήρχε. Δεν άφησες τίποτα όρθιο. Ό,τι νόμιζα ότι ήξερα, ό,τι πίστευα ότι είμαι, έγινε συντρίμμια μέσα στο πέρασμά σου.
Και ξέρεις το πιο παράξενο; Δεν μετανιώνω. Όσο κι αν πονάει η καταστροφή, όσο κι αν ησυχία δεν έμεινε μέσα μου, δεν μετανιώνω που σε άφησα να περάσεις.
Γιατί σαν τους τυφώνες, έφερες και αλλαγή.
Μου θύμισες τι σημαίνει να ζεις, να νιώθεις, να αφήνεσαι. Έκανες την καρδιά μου να χτυπήσει με τρόπους που δεν ήξερα ότι μπορούσε. Ναι, πόνεσα. Ναι, ακόμα μαζεύω τα κομμάτια μου. Αλλά ξέρεις κάτι; Έκανα χώρο για το καινούριο, γιατί μέσα σου υπήρχε μια αλήθεια που δεν μπορούσα να αγνοήσω.
Οι τυφώνες δεν ζητούν άδεια.
Δεν χτυπάνε την πόρτα για να δουν αν είσαι έτοιμος. Απλώς έρχονται. Σε παρασύρουν και σε αναγκάζουν να κοιτάξεις τον εαυτό σου κατάματα. Μετά από εσένα, κατάλαβα πως δεν ήμουν έτοιμη. Κι όμως, έζησα. Ένιωσα.
Μετά από εσένα, τίποτα δεν είναι ίδιο.
Και αυτό είναι το δώρο και η κατάρα σου. Με άλλαξες. Μου πήρες την ηρεμία μου, αλλά μου έδωσες ζωή. Και ξέρω, δεν υπάρχουν πια εμείς. Δεν υπάρχει επιστροφή. Αλλά κάθε φορά που ακούω το όνομά σου, σκέφτομαι εκείνο το πέρασμα που άφησε το στίγμα του.
Μετά από εσένα, καταλαβαίνω.
Καταλαβαίνω γιατί οι τυφώνες έχουν ανθρώπινα ονόματα. Γιατί αφήνουν πίσω τους ίχνη που δεν σβήνονται. Γιατί, όσο κι αν πονάνε, δεν μπορείς να τους ξεχάσεις. Και ίσως, κάπου βαθιά μέσα σου, να μην θέλεις κιόλας.
#Τα Σαββατοκύριακα, ανήκουν στο Writing Lab. Στις ομάδες “βιωματικής” γραφής, εκεί που κάνουμε τις σκέψεις συναίσθημα και το συναίσθημα, λέξεις!