Γράφει η Ρένα Χατζηγεωργίου
Κάποτε πίστευα πως χωρίς εσένα, δεν θα ήξερα πώς να υπάρχω.
Ήσουν ο ήλιος μου, η σταθερά μου, το μοναδικό σημείο αναφοράς σε έναν κόσμο που άλλαζε συνέχεια. Ήμουν σίγουρη πως αν μια μέρα έφευγες, θα κατέρρεα.
Και μετά έφυγες.
Δεν ξέρω αν το περίμενες, αλλά δεν έπεσα. Δεν χάθηκα. Δεν σταμάτησε η γη να γυρίζει, δεν διαλύθηκα. Αντίθετα, μέρα με τη μέρα, ανάσα με την ανάσα, άρχισα να θυμάμαι ποια ήμουν πριν από σένα.
Δεν θα σου πω ψέματα, στην αρχή πονούσε. Πολύ. Ήσουν εκεί σε κάθε σκέψη, σε κάθε σιωπή, σε κάθε τι που μου θύμιζε εσένα. Οι νύχτες ήταν ατελείωτες, τα πρωινά βαριά, και κάθε φορά που έλεγα «τέλος», μια ανάμνηση ερχόταν να με διαψεύσει.
Αλλά ξέρεις τι έγινε μετά;
Ένα πρωί, ξύπνησα και δεν σε σκέφτηκα.
Δεν ένιωσα την ανάγκη να ψάξω το βλέμμα σου σε ξένα μάτια. Δεν λαχτάρησα τη φωνή σου μέσα στη σιωπή. Δεν χρειάστηκε να θυμίσω στον εαυτό μου ότι πρέπει να συνεχίσει.
Γιατί συνέχιζε.
Χωρίς εσένα.
Και τότε το κατάλαβα.
Δεν ήσουν ποτέ αναντικατάστατος. Δεν ήσουν ποτέ το μοναδικό μου «απαραίτητο». Ήσουν απλώς ένας άνθρωπος που πέρασε, που έμεινε για όσο άντεξε, που έφυγε όταν δεν μπορούσε άλλο.
Και τελικά, η ζωή συνέχισε.
Όχι επειδή σε ξέχασα. Αλλά επειδή κατάλαβα πως ο μόνος άνθρωπος που δεν μπορώ να αντικαταστήσω, είμαι εγώ.
Κι αν κάποτε πίστευα πως χωρίς εσένα δεν θα ήμουν τίποτα, σήμερα ξέρω πως ήμουν πολλά πριν από εσένα.
Και παραμένω ακόμα περισσότερα, χρόνια τώρα, χωρίς εσένα.