Γράφει ο Δημήτρης Καραγιάννης
Δεν ξέρω αν το λες νίκη αυτό.
Αλλά αν θες, δώσ’ του το.
Πάρε το τρόπαιο και φύγε.
Γιατί ναι — σε έσβησα. Όσο μπορούσα, όσο άντεξα.
Σε έσβησα όμως με λάθος τρόπο. Όχι σβήνοντας εσένα. Εμένα έσβησα.
Έπρεπε να πάψω να νιώθω. Να μουδιάσω. Να πείσω τον εαυτό μου πως δεν καίει τίποτα πια. Πως δεν μυρίζει ακόμη το πουκάμισο από την ανάσα σου.
Έπρεπε να ρίξω λάσπη σε ό,τι ήξερα, σε ό,τι πίστευα. Να ξεχάσω τις αξίες μου, τις αρχές μου, τα “ποτέ” που είχα πει με δάκρυα.
Έγινα αυτό που πολεμούσα.
Και πίστεψα ότι θα γίνω πιο δυνατός έτσι.
Πίστεψα πως θα μπορώ να κοιτάζομαι χωρίς να λυπάμαι.
Μα δεν έβλεπα πια άνθρωπο στον καθρέφτη. Έβλεπα κάτι κενό. Έβλεπα εσένα.
Ό,τι σου καταλόγισα, το έκανα.
Ξένες αγκαλιές χωρίς συναίσθημα. Υποσχέσεις που πέφτουν σαν στάχτες στα σεντόνια. Λόγια που είπα χωρίς να τα εννοώ.
Και κάθε φορά που έλεγα «είμαι καλά», ένα κομμάτι μου έλιωνε. Όχι από σένα. Από εμένα.
Σου έμοιασα τόσο, που ξέχασα πώς είναι να αγαπάς καθαρά. Πώς είναι να περιμένεις έναν άνθρωπο με λαχτάρα. Πώς είναι να λες “συγγνώμη” και να το εννοείς.
Κι όταν το κατάλαβα, ήταν αργά.
Ούτε εσύ κέρδισες. Ούτε εγώ.
Χάθηκε κάτι μέσα μας. Και δεν ξέρω αν ξαναβρίσκεται.