Γράφει ο Χρήστος Παναγιωτόπουλος
Κάθε φορά που ο ουρανός μελαγχολεί, σε σκέφτομαι.
Αυτή η πρόσκαιρη σιγή, προτού ξεσπάσουν τα συναισθήματά του μέσα στα απομακρυσμένα, φωτεινά βλέμματα του θυμού, πόσο με θλίβει.
Νιώθω τη μοναξιά να περιφέρεται ανάμεσα στα τετραγωνισμένα χαρτόκουτα της πόλης, που εκλιπαρούν για λίγο χρώμα στο μουντό τοπίο που τα σκεπάζει.
Και τότε, εμφανίζεσαι εσύ…
Κάθε φορά που βρέχει, σε θυμάμαι.
Στέκομαι στο παράθυρο, αντικρίζοντας τους πλημμυρισμένους δρόμους που άλλοτε περπατούσες για να έρθεις σπίτι, φλερτάροντας με τον ήλιο της ευτυχίας μας.
Τώρα, το νερό εξαφάνισε τα ίχνη σου κάτω απ’ τα αναφιλητά του ουρανού.
Κάθε σταγόνα που κυλά στο παράθυρο παίρνει τη μορφή σου.
Ένας χορός αναμνήσεων ξεκινά, καθώς η ανάσα μου θολώνει γύρω σου,
κι αυτά τα μουσκεμένα «σ’ αγαπώ» ξανά γράφονται πάνω στο τζάμι απ’ το δικό μου χέρι.
Είναι η στιγμή που ξανά βλέπω το πρόσχαρο χαμόγελό σου, προτού χαθεί στον ερχομό του ήλιου.
Θαρρείς και μας τιμωρεί για όλες τις ηλιόλουστες στιγμές που βιαστήκαμε να πετάξουμε.
Κάθε φορά που βρέχει, σε θυμάμαι.
