Γράφει η Κική Γ.
Η ψυχή δεν σταματά να λαχταρά, να ποθεί, να ονειρεύεται.
Η καρδιά δεν μπορεί να μπει σε κανένα κλουβί. Δεν φυλακίζεται.
Όπου και να την εγκλωβίσει κανείς, αυτή θα βρει τον τρόπο να το σκάσει.
Η όλη κατάσταση θα είναι ένα καζάνι που βράζει.
Στην αρχή ίσως κουρνιάσει, ίσως ανεχτεί τα δεσμά.
Αργά ή γρήγορα όμως, θα φύγει. Θα πετάξει μακριά.
Κι αλίμονο… θα περιπλανηθεί για λίγο, έτσι για την αλητεία,
μα θα κατασταλάξει εκεί που πάντα ήθελε.
Είναι η στιγμή που δεν θα επιτρέψει σε κανέναν να επέμβει.
Θα μαλώσει με τη λογική, με τη δήθεν ηθική.
Ποιος τα ορίζει αυτά άλλωστε;
Και ποιος νοιάστηκε, όταν έκλαιγε, κρύωνε και ασφυκτιούσε;
Δεν την ενδιαφέρει πια, ούτε τι πρέπει, ούτε τι ορίζει η κοινωνία.
Δεν την ενδιαφέρει η ηλικία, η οικονομική ή η οικογενειακή κατάσταση.
Θα κάνει αυτό που τότε υποχρεώθηκε να μην κάνει.
Θα κάνει το αυτονόητο. Θα ζήσει.
Δεν υπάρχουν παράνομοι έρωτες.
Υπάρχουν μόνο κρυφοί — εκείνοι που γεννήθηκαν κάποτε
και κανένα εμπόδιο, καμία συνθήκη δεν τους ανάγκασε να σβήσουν.
Κάποιες φωτιές δεν σβήνουν ποτέ.
Μπορεί μόνο να παραπλανήσουν τους πάντες
ότι καταλάγιασαν, και να αναζωπυρωθούν, να γιγαντωθούν.
Μια καρδιά έχει ο άνθρωπος.
Μια φορά ερωτεύεται.
Μια φορά ζει.
Νόμος!
