Γράφει η Μαρία Κουγιουμτζόγλου
Μετά το τέλος μιας σχέσης, αργά ή γρήγορα, όλοι κάνουμε μια ανασκόπησή αυτής, μέσα στην οποία, σκεφτόμαστε τις όμορφες και τις άσχημες στιγμές που ζήσαμε, τα υπέρ και τα κατά που αποκομίσαμε, τα σωστά και τα λάθη που κάναμε ή που εισπράξαμε κι εκεί, βρίσκουμε συνήθως τις απαντήσεις, σε όλα εκείνα τα ερωτήματα που είχαν μείνει αναπάντητα μέσα μας.
Απαλλαγμένοι απ’ την επήρεια και τη φόρτιση έντονων συναισθημάτων, που πολλές φορές παραπλανούν και θολώνουν την κρίση μας, γίνονται όλα πιο διάφανα και πιο ξεκάθαρα. Είναι η στιγμή που κατεβαίνεις απ’ το ροζ συννεφάκι και προσγειώνεσαι στην πραγματικότητα ή αλλιώς, το λεγόμενο «ξενέρωμα». Η στιγμή που είσαι έτοιμος ν’ απεγκλωβιστείς απ’ το χθες και να κλείσεις τον κύκλο μέσα σου…
Φυσικά, κανείς δεν ισχυρίζεται ότι αυτό είναι μια απλή και εύκολη διαδικασία, γιατί για κανέναν δεν είναι σίγουρα, ούτε απλό, αλλά ούτε εύκολο, να διαγράψει κάποιον που κάποτε πίστεψε, έζησε και μοιράστηκε μαζί του, κομμάτια της ζωής και του εαυτού του.
Αναπόσπαστο κομμάτι του «ξενερώματος», είναι η παραδοχή της αλήθειας. Μιας αλήθειας που όσο κι αν πονά, λέει, ότι οι μεγάλοι έρωτες και οι μεγάλες αγάπες, κρίνονται στις πράξεις, στη διάρκεια και στην κατάληξη τους. Κάτι που δυστυχώς σε μια τέτοια περίπτωση φανερώνει, ότι αυτό το «κάτι» που είχαμε, ούτε ξεχωριστό ήταν, αλλά ούτε και ιδιαίτερο… Μία υπερεκτίμηση της κατάστασης ίσως, στην οποία, μέσα απ’ την οπτική των ροζ γυαλιών, δώσαμε άλλη διάσταση και άλλη αξία, απ’ αυτήν που πραγματικά είχε.
Γιατί το γεγονός, ότι δύο άνθρωποι που έχουν σχέση, παραιτούνται κι εγκαταλείπουν την ιδέα του «μαζί» και παύουν να κρατούν σφιχτά ο ένας το χέρι του άλλου, προκειμένου να καλύψουν και να ξεπεράσουν τα όποια κενά, τις όποιες διαφορές, τα όποια «κακώς κείμενα» ή εμπόδια υπάρχουν ανάμεσά τους, μιλάει από μόνο του και φανερώνει το πόσο λίγα, μέτρια και χλιαρά είναι τα «θέλω» και τα αισθήματα του ενός, για τον άλλο.
Κάποιες φορές λοιπόν, για την ατυχή κατάληξη μιας σχέσης, ίσως δε φταίει κάτι που έκανες, αλλά όλα όσα δεν έκανες, προκειμένου να την κρατήσεις.
Η στάση, η συμπεριφορά, το πόσο πιστεύεις σ’ αυτό που έχεις με τον άνθρωπό σου, το τι είσαι διατεθειμένος να δώσεις και μοιραστείς απ’ τη ζωή και τον εαυτό σου, προκειμένου να συνυπάρχεις μαζί του, το πόσο διεκδικείς, φροντίζεις κι επιδιώκεις να συντηρήσεις το «μαζί», όπως και η οντότητα και η αξία που του δίνεις στην καρδιά και στη ζωή σου, είναι αυτά που αποδεικνύουν, με πράξεις και όχι με λόγια του αέρα, το πόσο σημαντικός είναι για σένα. Αντίθετα… η χαλαρή και αδιάφορη στάση, το να μην πιστεύεις σ’ αυτό που έχεις, το να μην ονειρεύεσαι, όπως και το ότι εν τέλει, επιλέγεις μια βολική παραίτηση, βασισμένη σε ηλίθιες προφάσεις και δικαιολογίες, απλά αποδεικνύουν περίτρανα, ότι αυτό που νιώθεις, δεν είναι δα και τόσο σπουδαίο ή άξιο λόγου.
Γιατί όταν θέλεις κάτι πραγματικά, δεν παραιτείσαι απ’ αυτό… Αγωνίζεσαι για να το κερδίσεις, να το έχεις και να το κρατήσεις. Το επιδιώκεις και το διεκδικείς με όλη τη δύναμη της ψυχής σου και δεν το αντιμετωπίζεις αδιάφορα και χαλαρά. Δεν αρκείσαι στα «λίγα», τα μέτρια και τα χλιαρά και δε βρίσκεις προφάσεις και δικαιολογίες για να μη χαλάσεις τη ρουτίνα και τη βολή σου. Δε δειλιάζεις, δε σαμποτάρεις, δε σκαλώνεις και δε γκρεμίζεις.
Η επιτυχία ή η αποτυχία μιας σχέσης, κρίνεται καθαρά, απ’ το πόση δύναμη έχει το «θέλω». Γιατί μόνο ένα δυνατό «θέλω» δίνει την ενέργεια, την επιθυμία, την υπομονή και το θάρρος που απαιτείται, για να κερδίσεις μια υγιή και ουσιαστική σχέση, που για να κρατηθεί ζωντανή, χρειάζεται συνεχή προσπάθεια και φροντίδα.
Η ένταση του «θέλω» και μόνο αυτή, είναι που καθορίζει, την πληρότητα του «μαζί» ή το κενό που οδηγεί στη ρήξη. Γιατί μόνο ένα δυνατό «θέλω» υπερισχύει πέρα και πάνω από κάθε διαφορετικότητα, κακό timing, δύσκολη φάση ή εμπόδιο, που σε κρατάει χώρια, απ’ αυτό που πραγματικά επιθυμείς.
Άλλωστε, όπως πολύ σωστά λέει κάτι πολύ εύστοχο που διάβασα πρόσφατα: «…όταν θέλεις κάτι πολύ, ψάχνεις τρόπους… όταν δεν το θέλεις… ψάχνεις δικαιολογίες….».