Γράφει η Καίτη Αγγελιδάκη
Δεν φεύγουν όλοι για να σε ξεχάσουν. Κάποιοι φεύγουν για να τους θυμάσαι. Για να μείνουν καρφωμένοι μέσα σου, σαν σκλήθρα που δεν βγαίνει. Φεύγουν για να σου αφήσουν το αποτύπωμά τους εκεί που πονάει περισσότερο. Εκεί που δεν φτάνει κανείς άλλος.
Υπάρχουν αυτοί που απλώς εξαφανίζονται, σαν να μην υπήρξαν ποτέ. Και υπάρχουν κι εκείνοι που φεύγουν με τρόπο που κάνει τον κόσμο σου να ανατρέπεται. Δεν κάνουν θόρυβο, δεν εξηγούν, δεν ζητούν συγγνώμη. Φεύγουν σαν κάτι που ήταν πάντα έτοιμο να χαθεί. Και το πιο σκληρό; Δεν μπορείς να τους σταματήσεις. Γιατί, κάπου βαθιά, το ήξερες. Ήξερες ότι δεν θα έμεναν για πάντα.
Αυτοί οι άνθρωποι δεν φεύγουν επειδή σε μίσησαν. Φεύγουν επειδή σε ένιωσαν. Επειδή ξέρουν ότι, αν έμεναν, θα σε γκρέμιζαν. Κι έτσι, αντί να αφήσουν την παρουσία τους να σε ρημάξει, αφήνουν την απουσία τους να σε καθορίσει. Είναι η πιο ειρωνική μορφή αγάπης: σε διαλύουν για να σε προστατέψουν.
Και μετά μένεις με τα φαντάσματά τους. Στιγμές που παγώνουν στον χρόνο, λόγια που δεν ειπώθηκαν ποτέ, σιωπές που βουίζουν πιο δυνατά από κάθε φωνή. Κι αναρωτιέσαι: «Γιατί; Τι έκανα λάθος;» Αλλά η αλήθεια; Δεν έκανες τίποτα λάθος. Απλώς, αυτοί έφυγαν για να τους κουβαλάς μέσα σου. Για να σε στοιχειώνουν. Για να θυμάσαι ότι κάποτε, με έναν δικό τους τρόπο, ήταν εκεί.
Δεν φεύγουν όλοι για να σε ξεχάσουν. Κάποιοι φεύγουν για να σε δοκιμάσουν. Να δουν αν μπορείς να τους αντέξεις, ακόμα κι όταν δεν είναι πια γύρω σου. Φεύγουν γιατί ξέρουν ότι η απουσία τους θα σε αλλάξει περισσότερο από την παρουσία τους.
Μην ψάχνεις απαντήσεις. Μην προσπαθείς να γεμίσεις το κενό. Απλώς μάθε να ζεις με αυτό. Γιατί εκείνοι που φεύγουν για να τους θυμάσαι, ξέρουν καλά πού χτύπησαν. Και το χειρότερο; Πέτυχαν.