Γράφει η Χριστίνα Μανωλά
Σε θυμάμαι. Σε θυμάμαι να κάθεσαι απέναντί μου, με τα χέρια χωμένα στις τσέπες, το βλέμμα σου χαμηλωμένο, σχεδόν ντροπιασμένο.
«Δεν είμαι εγώ γι’ αυτά», είπες.
Κι ήταν εκείνη η στιγμή που κατάλαβα ότι δεν μιλούσες για μένα. Δεν μιλούσες για εμάς. Μιλούσες για σένα. Για το πώς έμαθες να τρέχεις, να μην αφήνεις τίποτα να σε αγγίζει, να ξεφεύγεις πριν κάτι γίνει «πολύ».
Έχεις γίνει μάστερ στο να χτίζεις τείχη. Να βαφτίζεις φόβο την αξιοπρέπεια και αδυναμία την ανάγκη σου για κάποιον. Έχεις πείσει τον εαυτό σου πως οι σχέσεις είναι για άλλους. Για εκείνους που αντέχουν. Για εκείνους που δεν φοβούνται να εκτεθούν, να διαλυθούν, να ξαναχτιστούν από την αρχή.
Αλλά δεν είναι έτσι, και το ξέρεις.
Βολεύτηκες να παίζεις τον ρόλο του ανθρώπου που «δεν μπορεί». Είναι πιο εύκολο να λες πως δεν είσαι φτιαγμένος για έρωτες, για πάθη, για δεσμεύσεις, παρά να παραδεχτείς πως απλά φοβάσαι να πληγωθείς.
Μόνο που να σου πω κάτι;
Δεν υπάρχει πιο μεγάλη αυτοτιμωρία από το να ζεις φοβισμένος.
Να κρύβεσαι πίσω από δικαιολογίες, να λες «δεν είμαι εγώ γι’ αυτά» και να αποφεύγεις καθετί αληθινό, μην τυχόν και σε κάνει να νιώσεις.
Γιατί η αλήθεια είναι πως είσαι ακριβώς γι’ αυτά.
Για τις νύχτες που σε καίνε.
Για τις αγκαλιές που σε λυτρώνουν.
Για τους καβγάδες που λυγίζουν τον εγωισμό σου.
Για τις στιγμές που σε κάνουν να νιώθεις πως ζεις.
Απλά, κάποια στιγμή, πρέπει να σταματήσεις να φοβάσαι. Γιατί η ζωή δεν περιμένει. Ούτε κι εγώ.