Γράφει η Ηρώ Αναστασίου
Ουρλιάζει το μέσα μου κι εγώ δεν ξέρω πώς να ξεγλιστρήσω.
Δεν ξέρω πλέον τι συναίσθημα έχω.
Μια απογοήτευση σέρνεται κάτω από το δέρμα μου που συνεχώς με κατακλύζει.
Απογοήτευση, γιατί δεν μπόρεσα να αγκαλιάσω τις ρωγμές της ψυχής σου, παρά μόνο τις πτυχές του κορμιού σου.
Εμένα όμως το βαθύ μου συναίσθημα πάντα με εξουσιάζει.
Πάντα αυτό είναι που μου λέει τι να κάνω κι όχι η τετράγωνη λογική μου.
Λείπεις πάλι κι εγώ αναμασάω τον πόνο μου.
Δεν θέλω να λείπεις, θέλω να είσαι κοντά μου ακόμα κι όταν είσαι μακριά μου.
Θέλω να μου μιλάς για να ηρεμεί το μέσα μου.
Δεν με σκέφτεσαι, γιατί αν με σκεφτόσουν θα το ένιωθα.
Δεν με νοιώθεις, γιατί αν με ένοιωθες θα το καταλάβαινα.
Μια φωνή, ένα άκουσμα δώσ’ μου για να ηρεμήσω.
Να αποφορτίσω την καρδιά μου που χτυπάει και πάλλεται σαν τρελή.
Γιατί να σε ζητάω τόσο πολύ, πες μου γιατί;
Πού είσαι τώρα να με πάρεις μια αγκαλιά που κρυώνω;
Πού είσαι όταν ανατινάζεται το ηλεκτρικό μου πεδίο και καίγονται όλες μου οι φλέβες απ’ την απουσία σου;
Να ικανοποιήσω λίγο την ψυχή μου θέλω που σκιρτάει για ένα σου νεύμα, για μια απάντηση κι ας μην υπάρχει η ερώτηση.
Τι να ρωτήσω και τι να απαντήσεις, αφού οι εξηγήσεις δόθηκαν απ’ την αρχή.
Δεν μπορείς να αγαπάς και να νοιαστείς για κάποιον παραπάνω απ’ όσο σε αφήνει.
Κι εσύ δεν μ’ αφήνεις να νοιαστώ, δεν μ’ αφήνεις να σ’ αγαπήσω όπως ξέρω εγώ.
Μ’ έχεις στην άκρη, στο περιθώριο κι εγώ ουρλιάζω για ένα σου νεύμα, ουρλιάζω για ένα στίγμα αγάπης.
Έλα μαζί μου τώρα, που δεν μας χωρίζει κανείς, πριν ξημερώσει και εξατμιστεί το όνειρο.