Γράφει η Σοφία Παπαηλιάδου
Χόρευα.
Μόνη, σε άδειους δρόμους, κάτω από φώτα που θύμιζαν ό,τι ήθελα να ξεχάσω.
Δεν είχε μουσική. Δεν είχε κοινό.
Μόνο εγώ κι ένα κορμί που έλεγε “άντεξα” με κάθε στροφή.
Δεν χόρευα γιατί ήμουν καλά.
Χόρευα γιατί αλλιώς θα έπεφτα.
Έχει κάτι νύχτες που ή σπας ή χορεύεις.
Που το μόνο που σου μένει είναι να πετάξεις τα βάρη σου στον αέρα και να γυρίσεις γύρω από τον εαυτό σου μέχρι να ζαλιστεί ο πόνος.
Δεν ξέρω αν με είδες.
Δεν ξέρω αν θα καταλάβεις ποτέ.
Αλλά αν έπιανες τον ρυθμό μου, θα άκουγες τα “γαμώτο” που δεν ειπώθηκαν.
Τα “γιατί” που έμειναν στο στόμα.
Ό,τι δεν αντέχουμε να πούμε, το χορεύουμε.
Και ύστερα συνεχίζουμε να περπατάμε,
λες και δεν κλάψαμε ποτέ με τα πόδια.