Άνοιξη ήταν όταν σ’ερωτεύτηκα..
Γράφει η Άντρη Φλουρέντζου
Ήταν Άνοιξη εκείνο το πρωινό που ξύπνησα από τις ακτίδες του ήλιου που έμπαιναν από τις γρίλιες του παραθύρου μου. Εκείνο το πρωινό ήπια αργά και νωχελικά τον καφέ μου στο μπαλκόνι. Περιέργως ήταν από τις λίγες μέρες που δεν βιαζόμουν. Ευτυχώς δηλαδή γιατί αν όλα γίνονταν λεπτά πιο γρήγορα ή πιο αργά δεν θα σε γνώριζα.
Σε γνώρισα την Άνοιξη.
Και ήταν Άνοιξη εκίνο το απόγευμα που φόρεσα το μεταξωτό μαντίλι και καθήσαμε στην παραλία. Φυσούσε τόσο όσο έτσι ώστε το μαντήλι μου να γαργαλάει το μπρατσό σου. Άνοιξη ήταν και σε εκείνο το στενάκι που φιληθήκαμε για πρώτη φορά.
Ήταν Άνοιξη όταν το στομάχι μου υποδέκτηκε τις πολύχρωμες πεταλούδες που φτεροκοπούσαν αδιάκοπα μέχρι την επόμενη φορά που θα σε συναντούσα.
Άνοιξη έντος και εκτός.
Άνοιξη ήταν και όταν χτύπησες την πόρτα απροειδοποίητα εκείνο το βράδυ απλά και μόνο επείδη δεν μπορούσες να περιμένεις μέχρι την επόμενη μας συνάντηση.
Άνοιξη ήταν και όταν πέσαμε στον καναπέ, στο κρεβάτι, στο πάτωμα, στην καρέκλα, ξανά στο πάτωμα, στον τοίχο, μέχρι που η νύχτα παραδόθηκε στην μέρα… και εμείς παραδοθήκαμε στον ύπνο.
Άνοιξη ήταν και όταν το ξημέρωμα μας βρήκε αγκαλιά να ακούμε την Billie να τραγουδάει “Some day he will come along….”
Ήταν Άνοιξη όταν χορέψαμε κολλητά στο μπαλκόνι ένα βράδυ καθημερινής και μου είπες “Αν πέθαινα τώρα δεν θα με ένοιαζε”.
Και όντως ούτε έμενα θα με ένοιαζε Αλλά ήμασταν τόσο ωραίοι για να πεθάνουμε. Ήμασταν σαν σκηνή από ταινία. Από εκείνη την ταινία που στο τέλος όταν ο κόσμος καταστρέφεται μένει ένα ζευγάρι να φιλιέται. Ένα ζευγάρι έιναι αρκετό για να τον ξανακτίσει από την αρχή.
Εκείνη την Άνοιξη ημασταν αρκετοί για να ανθίσουμε τον κόσμο. Για να ανθίσουμε τον κόσμο και τον κόσμο μας!