Γύρισα στη γειτονιά σου..

Γράφει ο Αλέξανδρος Χωριανούδης

Γύρισα στη γειτονιά σου. 
Εκεί που ζήσαμε εκείνους τους 6 μήνες της ζωής μας. 
Ανέμελα; Ίσως..
Ξένοιαστα; Μπα..
Ερωτευμένα; Σίγουρα..

Τίποτα δεν έχει αλλάξει. 
Ο κυρ Νίκος, ο κουτσομπόλης περιπτεράς, αμέσως με πήρε χαμπάρι ο άτιμος. Με ρώτησε τα πάντα, εκτός από αυτό που ήθελε. 
Κι εγώ του τα είπα όλα. Για τη δουλειά, για την ζωή στην επαρχία, για τα νυχτέρια και το ψάρεμα, για τα ταξίδια. 
Κι εγώ τον ρώτησα για όλους, εκτός από εσένα. 

Μου είπε ότι η μανάβισσα, πούλησε την επιχείρηση και η καινούρια είναι λέει από αυτές τις εναλλακτικές, τις vegan. 
Θα τα πήγαινε καλά με την.. 
Δεν την τελείωσε τη φράση. 
Με τη δικιά μου; 
Πάνε χρόνια που δεν είναι δικιά μου. 

Άφησα την μηχανή μπροστά στον Μανώλη, έτσι για να τον τσαντίσω άλλη μια φορά, μα ήταν τέτοια η χαρά του που με είδε, που ούτε ασχολήθηκε που του έκλεινα το πεζοδρόμιο. 
Με κέρασε καφέ και ζεστο σταφιδόψωμο, εκείνο που έτρεχα κάθε πρωί να σου πάρω και να στο φέρω, πριν ξυπνήσεις. 

Ούτε κι εκείνος ρώτησε. Κι ας είχαν τα μάτια του ζωγραφισμένη την απορία. 

Κι όλο κοίταγα την πόρτα με τον αριθμό 34. 
Να ανοίξει, και να σε δω να βγαίνεις. Να λες τις καλημέρες σου και να χαμογελάς σαν μικρό κοριτσάκι. 
Να τρέχεις να προλάβεις κάποιο ραντεβού που θα το είχες στήσει πάλι. 
Να παραγγέλνεις ψωμί, να στο κρατήσει ο Μανώλης και να αφήνεις τη λίστα της μέρας στη μανάβισσα. 

Κι εγώ να σε κοιτάω από το μπαλκόνι, σαν αερικό να χάνεσαι στο δρόμο και να μένει πίσω η αύρα σου. 

Δεν ξέρω πως βρέθηκα σήμερα στη γειτονιά σου. 
Ίσως μου λειψες πιο πολύ απ’ όσο αντέχει ο εγωισμός μου. Ίσως και να ήθελα να σε ξαναδώ τυχαία, να σου πω μια καλημέρα, τυχαία, κι ένα “μου έλειψες πολύ” καθόλου τυχαίο και καλά προβαρισμένο. 

Δεν φαντάστηκα, πως δεν μένεις πια εδώ. 
Δεν φαντάστηκα, πως λίγες μέρες μετά το χωρισμό, τα μάζεψες κι έφυγες. 
Δεν φαντάστηκα, πόσο θα πονούσε, να ακούσω πως όλες τις μέρες που έμεινες εδώ, μόνη, τα μάτια σου ήταν κλαμμένα κι εσύ αμίλητη. 

Μπορούσα να ζω σε έναν κόσμο που ο κακός του παραμυθιού σου θα ήμουν εγώ κι εσύ θα συνέχιζες τη ζωή σου κατηγορώντας με και στολίζοντάς με, με ένα σωρό κοσμητικά. 

See Also

“Ψιτ, πιτσιρίκο, έλα να σου πω..”

Το στραβόξυλο, απο το καθαριστήριο, η τελευταία στάση μου. 

“Πάρε το τηλέφωνό της..”

 

 

© 2023 Love&More. All Rights Reserved. Design by JG Web Design

Contact us

Scroll To Top