Η απουσία σου πάντα μονόδρομος και αδιέξοδο..


Έφυγες.
Πήρες τα κρίματά σου από το χέρι κι έφυγες.
Έτσι· με συνοπτικές διαδικασίες.
Δε χώρεσα στο χώρο σου.
“Δεν συμπίπτουμε” είπες κι έφυγες.
Κι έμεινα ανάμεσα σε αυτά που έχω και τα πάντα που δεν έχω.
Χαμένη στα χαρτιά του γραφείου μου, παίρνω τη νύχτα και την ανάβω σαν κερί να μου φωτίζει την μνήμη σου.
Η εξουσία της απουσίας είναι αφόρητη, έχω την αίσθηση του ασήκωτου. Μια διαφυγή αδιέξοδη που σκοτεινιάζει την μέρα.
Η απουσία είναι παραδοσιακά δική σου, η πιο θρεπτική ουσία του εγωισμού ίσως…
Μονής κατεύθυνσης πάντα η απουσία.
Εσύ φεύγεις.
Εγώ μένω. Αμετακίνητη. Διαθέσιμη αλλά περήφανη. Με ένα θάρρος αψίμαχο, να σε παρατηρώ σε μια ατελειωτη κατάσταση αναχώρησης….
Και τώρα τι;
Τους ήχους της φωνής σου κλέβω και τους ακουμπώ στις άγραφες σελίδες του βιβλίου μου, να πάρουν το σχήμα του αλφάβητου να γίνουν διαθήκη…
Έφυγες.
Δεν είμαι κερδισμένη, ούτε ηττημένη είμαι.
Είμαι απλώς τραγική.
Ερημιά.
Για πρώτη φορά δεν είσαι τύψη.
Δεν είσαι ενοχή.
Δεν είσαι απλά η απουσία.
Είσαι η αφαίρεση.
Είσαι το κενό. Το σκοτάδι είσαι.
Για πρώτη φορά καταλαβαινω το χώρο που έπιανες στη ζωή μου.
Ζήσε μόνος.
Κι εγώ θα ζησω, όπως ζήσω.
Θα βρω γωνιά σε μια πανσέληνο να σε ραίνω σα διάφανη χρυσόσκονη και να σου βρέχω προσευχές
Ανάσα της ζωής μου. Ευλογημένους σταυρούς να σου πετώ που θα ξορκίσουν κάθε σύνορο.
Έφυγες.
Είμαι μια ξεκολλημένη εικόνα του Καλοκαιριού που κιτρινίζει και ξεραίνεται.
Έφυγες.
Κι έμεινα μόνη να περπατώ μέσα σε ένα κόσμο που θα μπορούσε να ηταν δικός μας. Αλλά δεν είναι δικός μας, δικός σου, ούτε…
Αλοίμονο!
Δεν είμαστε όμως οι μοναδικοί στον κόσμο που θα ζούνε χωριστά – επιταγή του πεπρωμένου.
Αλοίμονο!
Δεν είμαι η μοναδική γυναίκα.
Ούτε εσύ ο μοναδικός στον κόσμο.
Για μένα είσαι ο κόσμος.