Με εγωισμό και πείσμα κρύβουμε την ανάγκη για το πρώτο μας φιλί
Γράφει η “Κλεψύδρα”
H ανεξήγητη αδεξιότητα της Χημείας.
Τσακώνεσαι, κανένα κοινό ή μάλλον τόσα που δε θες να τον ξαναδείς μπροστά σου.
Ξαφνικά, ένα άγγιγμα, το πολύ τρία δευτερόλεπτα τα δάχτυλα περνούν πάνω απ’ τα δικά του.
Η ταραχή, να προσπαθείτε να κρυφτείτε μα ξέρεις ο,τι ένιωσε και ο,τι ένιωσες.
Καταραμένες πεταλούδες! Τι δουλεία έχετε εδώ, μες το καταχείμωνο και μες τους κάκτους;
Καθρέπτης ισοδύναμος κι η παρουσία σου σχεδόν ανυπόφορη.
Έρωτας;
Όχι! Κατηγορηματικά! Πάθoς, μια βαθιά αίσθηση αναγνώρισης, μια αδυναμία να πάρεις τα μάτια απ’ τον άλλο, μια λυτρωτική απλότητα, ότι αυτό που ψάχνεις δε το ψάχνεις μόνος.
Μα φοράμε τις ίδιες βαριές πανοπλίες.
Ξέρεις τα αδύνατα σημεία, ξέρεις πού να χτυπήσεις, μα αν το κάνεις θα αποκαλύψεις και τα δικά σου.
Θα σταθείς γυμνός και φοβάσαι. Φοβάσαι το πόλεμο που θα ξεκινήσει.
Πλησιάζουμε πότε πότε άλλοτε με κάποιο αίσθημα αφέλειας κι άλλοτε με μια βεβαιότητα ότι μεγαλώσαμε και έτσι μπορούμε να συναντηθούμε.
Μα λίγο κάποιος να θυμώσει, λίγο να διαφέρουν οι απόψεις μας και γινόμαστε θηρία έτοιμα να κατασπάραξουμε, να ξεσκίσουμε και στο τέλος να νικήσουμε.
Να επιβληθούμε ο ένας στον άλλο και το θέλουμε εγωιστικά και προκλητικά, σα να μην υπάρχει τίποτα άλλο.
Η φωτιά γίνεται πάγος και ύστερα πάλι φωτιά.
Τίποτα ενδιάμεσο, μόνο δυο άκρα.
Και αυτό που πρέπει να κάνουμε, δεν το κάνουμε, δε κατεβάζουμε το τείχος, ξέρουμε καλά οτι το απόλυτο έχει καταστροφικές τάσεις και μονομανία.
Έτσι νιώθουμε και περιμένουμε. Σκληροί και δύστροποι και να τρεμάμενο φιλί που κάπου περιμένει.