Γράφει η Κορίνα Παπαδοπούλου
Η θερμοκρασία υψηλή. Κορμιά γυμνά, που τα διακατέχει μια μη διαχειρίσιμη έλξη. Μυαλά παραδομένα στο άγγιγμα, στον έρωτα. Χέρια που ταξιδεύουν με πυξίδα την καρδιά, προορισμό το πάθος. Χείλη υγρά, μάτια καρφωμένα που κοιτάζονται όλο νόημα.
Σώματα ενωμένα να χορεύουν στο σκοτάδι, μοναδικό φως που τα λούζει είναι αυτό της πανσελήνου, που μπαίνει καθώς η κουρτίνα χορεύει κι εκείνη στον ερωτικό ρυθμό που την παρασύρει το καλοκαιρινό αεράκι του νησιού.
Ο έρωτας πρωταγωνιστής, σε ένα καθηλωτικό σκηνικό. Ένταση, πάθος, πόθος μα και πόνος, αναπάντητα ερωτηματικά και μάτια γεμάτα “γιατί”. Ο Ήλιος βγαίνει, η πραγματικότητα επιστρέφει, ο έρωτας δίνει την θέση του στον ρεαλισμό.
Βλέμματα που ουρλιάζουν μείνε. Σώματα ντυμένα, περιποιημένα μα ψυχές γυμνές. Η πόρτα κλείνει, το αντίο έχει ειπωθεί. Η αυλαία έχει πέσει. Καρδιές λαβωμένες που αιμορραγούν. Ψυχές που κλαίνε, δίχως δάκρυ.
Δυο άνθρωποι που τους χώρισαν τα πρέπει και τα μη. Η συγκαταβατική ζωή. Ζωές δίχως ουσία πραγματική. Κορμιά κενά, μουδιασμένα, αδειανά. Δυο κομμάτια ενός πάζλ που χώρισαν βίαια.
Χείλη εγωιστικά, κλειστά ερμητικά. Μα μάτια με φωνή. Να φωνάζουν όλα όσα τα χείλη δεν μπορούν. Όσα η καρδιά θέλει να παραδεχτεί, μα το μυαλό δεν επιτρέπει. Πόνος πολύς, οξύς, διαπεραστικός.
Ο χρόνος περνά, το μυαλό ξεχνά μα η καρδιά ποτέ. Ο έρωτας είναι μνήμη και όχι απλώς συναίσθημα. Δυο άνθρωποι ακόμη, που έχασαν την μάχη. Δυο άνθρωποι σαν όλους τους άλλους. Φαινομενικά ευτυχισμένοι με μια ευτυχία υποκριτική, ψεύτικη, προσποιητή.
Ακόμη δυο που βρεθήκαν δειλοί, μπρος στου έρωτα την πρόκληση.