Μια γκρίνια για το καλοκαίρι, μπας και φύγει μια ώρα γρηγορότερα..
Γράφει η Νόνη Διολή
Εγώ το καλοκαίρι το μισώ, το σιχαίνομαι. Είναι για μένα η χειρότερη εποχή του χρόνου!
Κάθε φορά που το ημερολόγιο δείχνει την 1η του Ιούνη εγώ αρχίζω σαν τους φαντάρους να σπάω τα δόντια από την τσατσάρα (έτσι έκαναν παλιά, τώρα βλέπω έχουν κάτι apps, θα κατεβάσω ένα), να χαράζω στους τοίχους με την κιμωλία γραμμούλες σαν τους φυλακισμένους μέχρι ο ημεροδείκτης να γράψει 15 Αυγούστου. Ο 15αυγουστος δεν ξέρω για ποιο μυστήριο λόγο, είναι για μένα η μέρα της απόλυσης μου, της αποφυλάκισής μου, του τέλους του μαρτυρίου μου, το τέλος της πιο αποφράδας εποχής του χρόνου.
Απαίσια εποχή το καλοκαίρι σας λέω. Από που ν΄ αρχίσω; Ν΄ αρχίσω από τις πλαζ;
Σιχαίνομαι τις ασφυκτικά γεμάτες πλαζ με κάθε είδους τούμπανα κλαρινογαμπρούς ζωγραφισμένους με τατουάζ να στέκονται ακούνητα, αμίλητα, αγέλαστα στρατιωτάκια και ως άλλα τοτέμ στη ζούγκλα της παραλίας.
Πάρτε από τα μάτια μου όλες αυτές τις δήθεν γκομενάρες που πηγαινοέρχονται ωσάν τις λατέρνες ντυμένες με καπελαδούρες, βραχιόλια, κολιέ, σεμεδοπαρέο, κόκκινα κραγιόν, νύχι σε χέρι πόδι να βγάζει μάτι και βλεφαρίδα κάγκελο να κάτσει το άλμπατρος επάνω να κάνει κούνια μπέλα.
Παναγιά μου μ΄ εκείνα τα kite και τα φτερά και τ΄ αερόστατα που βλέπεις ανθρώπους να αιωρούνται στον ουρανό και προσεύχεσαι μην έρθουν και προσγειωθούν επάνω σου. Κακό παράδειγμα που έδωσε αυτός ο Ίκαρος, αχ και να τον είχα εδώ, αχ και αλλοίμονό του!
Κι εκείνα τα jet ski, βρουμ, βρουμ, βρουμ, πάτα το μεγάλε πάτα το να δούμε πόσο θα με βρουβρουμιάσεις ακόμα και τι θα καταλάβεις Σταμάτη Γαρδέλη της θαλασσοασφάλτου!
Εμ αυτές οι κατακίτρινες μπανάνες μες τη θάλασσα, τι δουλειά έχουν οι μπανάνες βρε παιδιά μέσα στη θάλασσα, ποιος δαιμόνιος νους το σκέφτηκε αυτό να του δώσουμε το Νόμπελ ευρεσιτεχνίας;
Πονάει η ψυχή μου δε και αγχώνομαι τρελά και με τους δόλιους τους γονείς που κυνηγάνε τον Δημητράκη και την Πελαγίτσα να φάνε το φρουτάκι τους, να τα παρακαλάνε να παίξουν και το άλλο το παιδάκι. Καλέ παίξτε το μπας και ησυχάσουμε και εμείς κι η μαύρη μάνα, τον πατέρα άστον, κοιτάει μέσα από τα γυαλιά τη σεξοβόμβα τη ξανθιά στη διπλανή ξαπλώστρα!
Στις ρακέτες δεν θα αναφερθώ γιατί αν αναφερθώ η αρχισυντάκτρια δεν θα μου δημοσιεύσει το κείμενο!
Βαριέμαι επίσης απίστευτα τον dj που παίζει την ίδια και την ίδια lounge μουσική σε λούπα όλη μέρα. Αχ βε καημένο μου αγόρι άλλαξε τουλάχιστον τη σειρά στο play list. Βάλε και λίγο Κιάμο, παίξε και μια Νατάσσα, ναι Γίνεται στο λέει και ο Αντώνης (ο Ρέμος ντε!).
Και βρείτε σας παρακαλώ επιτέλους έναν τρόπο να μην κολλάει η άμμος στην πετσέτα μου, στο δέρμα μου και τα μαλλιά μου γιατί έτσι όπως μπερδεύεται και με το αντιηλιακό μου γίνομαι σαν κοτομπουκιά παναρισμένη έτοιμη να ξεροψηθώ στον ήλιο! Βρείτε λέμε, βρείτε τον τώρα.
Και εσύ κυρία Φιλιπινέζα μου με όλο το σεβασμό στη ζέστη και την ταλαιπωρία που τράβας πάνω – κάτω στην καυτή την άμμο για το μεροκάματο, αλλά όχι δεν θέλω μασάζ στην πατούσα μου, τι έχει η πατούσα μου, τι είναι η πατούσα μου για να θέλει χάιδεμα και λάδι ινδικό να χαλαρώσει, να της περάσουνε τα νευρά; Προς ενημέρωση σου, τα νεύρα μου εγώ δεν τα κρατάω στην πατούσα μου, αλλού τα έχω, αλλά δεν θέλω να τα δεις και μεταξύ μας ούτε εσύ!
Ούτε λουκουμά θέλω, ούτε κουλούρι θέλω, ούτε καπέλο, βραχιολάκι, γυαλιά, τσάντες, ρόμπα κλπ, μα που έχω έρθει επιτέλους στην παραλία είμαι ή στο πανηγύρι της Παναγιάς της Γοργοπανηγυρίωτισσας; Η Θώδη πότε βγαίνει, γουρουνοπούλα έχει;
Το μισώ, το μισώ το μισώ το βρωμοκαλόκαιρο!
Ζέστη, παράθυρα ανοιχτά, σπίτι μέσα στη σκόνη και στα decks “είναι ζάχαρη, είναι μέλι τα καρπόύζα του Βαγγέλη” ενίοτε και τα πεπόνια, αν διανύουμε περίοδο προσφορών και εκπτώσεων. Μη φωνάζεις μέσα στ΄ αυτιά μου ρε Βαγγέλη, γιατί ρε Βαγγέλη με ξεκουφαίνεις μεσ’ το καταμεσήμερο, τι σου έχω κάνει και εσένα; Δεν θέλω καρπούζι, μου τη δίνουν τα κουκούτσια, φτου παλιοκουκούτσια, Βαγγέλη φύγε, κρατάω κουζινομάχαιρο! .
Για να μη πιάσω στο στόμα μου εκείνα τα βρωμοκούνουπα. Γραμμένα να μην πω που τις έχουν και τις ταμπλέτες, και το υγρό αντικουνουπικό. Ούτε καν τα ρομαντικά τα κεράκια σιτρονέλας που ανάβω δεν τα συγκινούν! Ότι θέλουν κάνουν. Κέντημα σου λέω κανονικό, σταυροβελονιά στο δέρμα. Χώνουνε τη μύτη στους και αρχίζουν τα junkies να μου ρουφάν το αίμα! Γατί βρε μεταμφιεσμένες βαμπιρονυχτερίδες, γιατί βρε βρυκολοκούνουπα μου ρουφάτε το αίμα, δε φτάνει που κάθε μέρα μου το ρουφάνε απαξάπαντες, πρέπει να μη μου μείνει μια σταγόνα. Σλαπ, σε κόλλησα στον τοίχο, να σου για να μάθεις!
Η χειρότερη εποχή από τις τέσσερις του χρόνου είναι το καλοκαίρι, δε με πείθεις με τίποτα για το αντίθετο!
Άσε που πρέπει να πας και διακοπές, γιατί τι θα πουν οι φίλοι σου στο Instagram και στο Facebook άμα δεν ανεβάσεις τουλάχιστον μια ντουζίνα status με μαγιώ, μπικίνι, ολόσωμο και μονοκίνι, με φραπεδιά ή Freddo, με ξαπλώστρα, με πεσέτα, με καράβι στο λιμάνι, με τα γόνατα να ατενίζουν τη θάλασσα (έχουν μάτια τα γόνατα και βλέπουν κιόλας;) με το θείο και τη θεία και τ΄ ανίψια με τα κουβαδάκια και με τα παγωτά να τρέχουν από το στόμα, και με το κοκτέιλ και με τη γαρίδα και με το καλαμαράκι, α και με την παγωμένη μπύρα δίπλα στην πισίνα, τι; τολμάς να έχεις πάει σε ξενοδοχείο συγνώμη resort ήθελα να πω, που δεν έχει πισίνα; Ω αδικαιολόγητη, απαράδεκτη, τσ τσ τσ, πως θα βγεις κουκλίτσα μου στην κοινωνία άμα δεν ανεβάσεις φώτο όπου ο πασάς σου απολαμβάνει την παγωμένη του την μπύρα δίπλα στην πισίνα ενώ εσύ αναδύεσαι ως άλλη Αφροδίτη από το απέραντο γαλάζιο του χλωρίου της; Πως πως πως θα αντικρύσεις φίλους, συγγενείς και συναδέλφους όταν γυρίσεις στο “αχ back to reality” αν δεν κάνεις κατανοητό το πόσο απίστευτα και wowwww διασκεδάζεις, πόσο “ευλογημένη στην τοποθεσία νησί” είσαι ε; Φτου σου και εδώ ξεδιάντροπη.
Το μισώ, το σιχαίνομαι, το φτύνω το πλαιοκαλόκαιρο σαν το κουκούτσι από το καρπούζι, το χτυπάω σαν το παλιοκούνουπο που κάνει το γεωτρύπανο πάνω στο δέρμα μου, το πατάω με την πατούσα μου που δεν της έκανα μασάζ! Φύγε μακριά μου και ξορκισμένο να ΄σαι!
Φύγε μακριά από εμένα, άφησε με την ξινή, τη στρίγγλα, τη γεροντοκόρη, τη μουντρούχα να μένω μόνη μου κλεισμένη σπίτι, να σπάω τα δόντια από την τσατσάρα και να ζωγραφίζω γραμμούλες στον τοίχο μέχρι να απολυθώ, μέχρι να αποφυλακιστώ από το απαίσιο καλοκαίρι.
Λευτεριά στους καλοκαιροκρατούμενους!