Γράφει η Μαρία Κοψιδά
Φιλία. Ουδέν ορισμός πλήρης καθοριστικός.
Την σημασία της, την έχει ο καθένας μέσα του, την ορίζει όπως αυτός κρίνει.
Κουβαλάει πολλά μέσα της. Δεν είναι λέξη. Δεν έχει ετυμολογία. Είναι θεμέλια και πάνω της χτίζεις φόρα παρτίδα τη ζωή σου.
Από μικρό παιδί, απ’ όταν θυμάσαι τον εαυτό σου, ακροθιγώς θυμάσαι και αυτή τη τόσο δα μικρή λεξούλα. Ανακαλύπτεις ότι υπήρχε κατεξοχήν στο DNA σου και όσο μεγάλωνες αυτή η λέξη έπαιρνε σάρκα και οστά.
Δεν θα αναφέρω έναν ακόμη δεκάλογο του καλού φίλου. Ούτε θα πω το ”πως” πρέπει να είναι ο καλός φίλος, ούτε ”τι” πρέπει να κάνει.
Ήμουν από τις τυχερές διότι ανακάλυψα την έννοιά της σε αρκετά μικρή ηλικία, και την ανακάλυψα με την ωραιότερη μορφή ανιδιοτελούς αγάπης. Δεν της κρέμασα ποτέ ταμπέλες τύπου: ”η κολλητή”, ”η καλύτερη φίλη”κτλ. θα ήταν σαν να την ξεχωρίζω ανάμεσα σε άλλες φίλες και να διχοτομώ ένα στρατόπεδο ανάμεσα σε αυτών και εμένα με την ”κολλητή” μου.
Είναι απλά η φίλη μου. Η Φίλη μου. Δεν έχω πολλές και απλά ξεχωρίζω μια. Έχω αυτήν. Μόνο.
Είναι η φίλη μου, οι υπόλοιποι είναι απλά παρέα με τους οποίους ζω απλές καθημερινές, πρόσκαιρες στιγμές και όχι τη ζωή στην ολότητά της όπως με αυτήν.
Δεν πήρε τον τίτλος της φίλης μου, ούτε επειδή ήταν δίπλα μου σε όλες τις καλές και άσχημες στιγμές, ούτε επειδή έλυνε τα προβλήματα μου, ούτε επειδή χαιρόταν με τη χαρά μου.
Έγινε η μια και μοναδική μου φίλη γιατί με ξέρει τόσο καλά, και παρ’ όλα αυτά, ακόμη με συμπαθεί.
Γιατί έχει τα κότσια να μου πει την αλήθεια, να μου πετάξει τα λάθη μου στα μούτρα και έτσι απλά να φύγει.
Γιατί, ακόμη και αν δεν συμφωνεί με ο,τι κάνω ή ο,τι πω, το δέχεται.
Μπορεί να μην ακολουθώ τη γνώμη της, μπορεί να μην ακούω καν τι λέει, όμως μακροπρόθεσμα ίσως παραδεχτώ το πόσο δίκιο είχε αλλά εκείνη δε θα μου πει ποτέ το περιβόητο ”στα ‘λεγα”.
Γιατί όταν κλαίω, δε μου λέει κάτι να με παρηγορήσει, μου λέει πολλά για να κλάψω πιο πολύ και ξεδώσω.
Γιατί όταν χαίρεται με τη χαρά μου δε το δείχνει. Γιατί ξέρει και ξέρω πως η προσγείωση θα είναι ομαλότερη όταν η μια εκ των δύο έχει προνοήσει για τα μετέπειτα.
Γιατί έχει καταλάβει το μεγαλύτερο κομμάτι της ζωής μου χωρίς να το θεωρεί κτήμα της, χωρίς να ζητάει, χωρίς να απαιτεί.
Γιατί παρ’ όλο τη πολυδιάστατη και σύνθετη όψη της φιλίας, και οι δυο προσπαθούμε να τη βγάλουμε αναλλοίωτη στη φθορά του χρόνου χωρίς φθόνο ή κακία.
Φυσικά και έχουμε τσακωθεί πολλάκις. Κάθε υγιής και συνάμα ειλικρινείς σχέση έχει αντιπαραθέσεις. Όμως στην πυρά του τσακωμού μαθαίνεις να αγαπάς πιο πολύ.
Ναι, κάναμε και τρέλες, είπαμε και ψέμματα, παραποιήσαμε ειπωμένα, μείναμε και οι δύο πιστά στη γνώμη μας μέχρι τέλους. Πάντα όμως μαζί. Η μια να αλληλεπιδρά με την άλλη να εκρήγνυται ο θυμός και το πείσμα και έπειτα να χασκογελάμε στη θύμηση του ενός αστείου γεγονότος.
Και όχι δεν θα είναι πάντα εκεί για μένα. Δεν είναι το δεδομένο μου. Είναι απλά το αυτονόητο μου για το οποίο μια ζωή θα προσπαθώ και πάντα θα δείχνω την αγάπη μου.
Η φιλία μου εμένα, δεν έχει όρια στο τι θα μοιραστούμε, ούτε χρονοδιάγραμμα.
Έχει αντοχές στις τρικυμίες του χρόνου.
Έχει αποστάσεις που μάθαμε να τις μηδενίζουμε.
Έχει τέρατα που μάθαμε να τα σκοτώνουμε.
Έχει πληγές που μάθαμε να κλείνουμε.
Αν ήταν να αποδώσω ένα νόημα, θα την παρομοίαζα με ένα λουλούδι. Ξέρω πόσο κλισέ ακούγεται,
το λουλούδι όμως, όταν του μιλάς ανθίζει, όταν το ποτίσεις μεγαλώνει και όταν το αφήσεις στο σκοτάδι μαραίνεται.