Γράφει η Κατερίνα Κυπρίου
Τώρα λοιπόν, ήρθε η ώρα που τόσο περίμενα! Τώρα, ήρθε η ώρα ν’ ακούσεις αυτά που ποτέ δε σου είπα. Τώρα, που στα αυτιά μου ηχούν ακόμα οι λέξεις σου, μα δε με αγγίζουν πια!
Κατέστρεψες ό,τι ομορφότερο είχα μέσα μου για σένα με τέτοια ευκολία, που αλήθεια δεν θυμάμαι πια πώς είναι να σ’αγαπώ. Σαν ένα χέρι μαγικό να ακινητοποίησε την καρδιά ώστε να μην χτυπά ξανά για σένα. Σαν η μνήμη και το μυαλό να επέλεξαν να θυμούνται μόνο σκόρπιες στιγμές…
Στιγμές που σου έλεγα “χάνομαι” κι εσύ δεν έκανες τίποτα για να με κρατήσεις. Στιγμές που σου έλεγα “νιώθω τα πόδια μου να τρέμουν” κι εσύ μου τραβούσες το χαλάκι για να κάνεις την πτώση μου πιο επίπονη. Στιγμές που σου έλεγα “πεθαίνουμε, κάνε κάτι να μας σώσεις” κι εσύ σφύριζες αδιάφορα, σαν να επρόκειτο για άλλους. Στιγμές που σου έλεγα “μίλα μου” κι εσύ απλά σιωπούσες. Στιγμές που ήθελα από σένα μόνο μια ζεστή αγκαλιά, μα εσύ είχες αλλού να την προσφέρεις. Στιγμές που σου έλεγα πως νιώθω να χάνω το μυαλό μου κι εσύ πως το ‘χω ήδη χάσει, μου απαντούσες. Στιγμές που σου ζητούσα μόνο την αλήθεια για να λυτρωθώ κι εσύ με αποκαλούσες “τρελή”!
Ναι, δεν είχες άδικο, τρελή ήμουν τελικά. Μία τρελή που προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να σώσει ότι είχε απομείνει. Μια τρελή που έψαχνε να βρει μια δικαιολογία για την προδοσία σου. Μια τρελή που τις νύχτες δάγκωνε το μαξιλάρι για να κρύψει τους λυγμούς της. Μια τρελή που έσφιγγε τα δόντια και έπνιγε τις κραυγές που της έφραζαν το λαιμό. Μια τρελή που μετέτρεπε τον πόνο σε χαμόγελο γιατί έπρεπε να αντέξει!
Μα οι τρελοί αντέχουν, μάτια μου, δεν το ήξερες; Κι εγώ πια, ήμουν πιο τρελή κι απ’τους τρελούς! Εγώ την τρέλα μου την έκανα ασπίδα στις βολές σου! Τη φόραγα κατάσαρκα σαν ρούχο, σε κάθε σου ψέμα για να μη χαθώ! Την έκανα φίλη κολλητή, τις ώρες που η μοναξιά απειλούσε να με καταπιεί. Υπήρχαν στιγμές που ήθελα να ανοίξω την πόρτα και να εξαφανιστώ. Μα, αντί γι’αυτό, προτίμησα να σε εξαφανίσω. Να σε σκοτώσω, όπως με σκότωνες. Να σε τελειώσω, όπως με τελείωνες. Να σε διώξω, όπως με έδιωχνες.
Την τρέλα μου, όμως, δε θα στη χάριζα ποτέ. Όχι, αυτή ήταν η μόνη που μου είχε απομείνει και ήταν ολόδική μου!Μ’ αυτήν ζώστηκα όταν σε ξερίζωσα από μέσα μου, μ’αυτή κι όταν σου έδειξα την πόρτα…
Και τώρα που την έχασες την τρελή, τι ζητάς; Γιατί τη θέλεις πίσω; Γιατί κλαις και λες ότι μετάνιωσες; Γιατί δεν τραβάς το δρόμο σου και να την αφήσεις επιτέλους ήσυχη;
Δεν θα γυρίσει ποτέ πια πίσω, σου το λέω! Εκεί, στον κόσμο των τρελών ανήκει πια και όχι στον δικό σου. Εκεί της αρέσει και εκεί θα μείνει για πάντα. Δεν της ταιριάζουν της τρελής οι γνωστικοί. Στον κόσμο αυτό όπου την έριξες, γνώρισε ξανά ανθρώπους με μπέσα. Ανάμεσα σε τόσους τρελούς, έμαθε και πάλι ν’αγαπάει δυνατά, ολοκληρωτικά, απόλυτα! Ένιωσε για πρώτη φορά, τι σημαίνει να αγαπιέται αληθινά! Ένας τρελός τής το ‘μαθε κι αυτό!
Εκεί να την αφήσεις, μ’ ακούς; Μόνο εκεί, τής το χρωστάς.