Μη σβήσεις το φως, φοβάμαι…
Γράφει ο Άγγελος Μοναχικός
Οι μέρες κυλούσαν βιαστικά, ένιωθα να με σπρώχνει ο χρόνος να δύσω βίαια και δεν μου άρεσε καθόλου αυτό. Γαμημένη ζωή κάνε μια στάση, δεν σε προλαβαίνω πολύ, τρέχεις, δεν προφτάνω να κάνω όσα θέλω, πρέπει να δουλέψω, να κοιμηθώ, να ξεκουραστώ και να ξυπνήσω. Θέλω κι αλλά να κάνω στην ζωή μου αλλά ούτε τον τρόπο δεν προλαβαίνω να σκεφτώ κι όλο τρέχω. Πίσω μου ακολουθούν οι στεναχώριες, ζήλιες, μίση, πάθη, σκοντάφτοντας στα λάθη κι όσο πιο πολύ τρέχω, τόσο πιο πολύ κοντά μου έρχονται.
Είδα σε έναν τοίχο σήμερα, η τελευταία σου επιθυμία πριν πεθάνεις ποιά θα ήθελες να είναι; Πολλοί ίσως να ζητούσαν το απωθημένο τους, εκείνο που ήθελαν αλλά δεν κέρδισαν ποτέ, κάποιοι φτασμένοι στην ζωή να μην ήθελαν και τίποτα, έζησαν τον εγωισμό τους στα μέγιστα.
Μέσα στις τόσες επιθυμίες κάποιος έγραψε, θα ήθελα να αναγεννηθώ, να σβήσει το φως για λίγο γιατί φοβάμαι πολύ ώρα στο σκοτάδι και να ξεκινήσει πάλι η ζωή μου, δεν κατάφερα να σε φρενάρω χρόνε.
Οι πίκρες μου ήταν περισσότερες απ’ τις χαρές μου, ίσως και οι βιαστικές επιλογές μου που ξεχρέωνα μισές.
Ας ανάψει κάποιος το φως, κάνει κρύο και φοβάμαι…